Σελίδα 1 από 4 123 ... ΤελευταίαΤελευταία
Εμφάνιση αποτελεσμάτων : 1 έως 10 από 40

Θέμα: Μονο στη Θεσσαλονικη.

  1. #1
    Εγγραφή
    24-12-09
    Μηνύματα
    13.123
    Thanked
    23228
    Rides
    0

    Προεπιλογή Μονο στη Θεσσαλονικη.

    Ήταν το τέλος μιας δυσκολης δεκαετιας και είχα αποφασίσει ότι δεν θα κάνω και πολλά πράγματα εκείνο το καλοκαίρι.
    Είχα γυρίσει πίσω στην Ελλάδα ρέμπελος, δεν είχα διάθεση για τίποτα πόσο μάλλον να επανασυνδεθώ με μια γκόμενα που είχα στη Θεσσαλονίκη.
    Η απόσταση Αθήνα – Θεσσαλονίκη πάντα ήταν τεράστια, αλλά ακόμα πιο μεγάλη ήταν η Αμερική – Ελλάδα που σκότωσε τη σχέση σιγά-σιγά κόβοντας την επικοινωνία.
    Τα καλά και τα κακά του ιντερνετ δεν είχαν γίνει καθημερινότητα και μόνο με το γράμμα και το τηλέφωνο οι σχέσεις δεν περπατάνε.
    Με την Κλαίρη είχαμε προσπαθήσει να το κουβεντιάσουμε, είχαμε προσπαθήσει να το ταιριάξουμε, κάπως να χωρέσει ξανά ο ένας στη ζωή του άλλου, αλλά ο καιρός μας είχε αλλάξει.
    Εγώ βγήκα μοναχικός, αυτή πολυγαμική.
    Είχαμε καιρό που δεν τα βρίσκαμε και μερικές φορές ακόμα και στο τηλέφωνο είχαμε μια βαρεμάρα που κράταγε τις σιωπές για λεπτά ολόκληρα.
    Καταλάβαμε πως ήταν κρίμα να το ταλαιπωρούμε έτσι και ένα βράδυ σφίξαμε τα χέρια σε αντίο και το κλείσαμε πίνοντας δυο σφηνάκια Β52.
    Το Αθήνα – Θεσσαλονίκη με το τραίνο σταμάτησε, τα τηλέφωνα αραιώσανε
    *
    - συνεχιζεται-

  2. The Following 14 Users Say Thank You to Stamatis For This Useful Post:

    Eleni (08-03-12), gant (08-03-12), gnx (08-03-12), imolarot (08-03-12), katsaraios (08-03-12), Leonidas_E39 (08-03-12), Monsta (08-03-12), Nikos (08-03-12), Nino (08-03-12), Ptboul (08-03-12), Skyline_IS (08-03-12), strof (08-03-12), Tsakirakos (08-03-12), VanVIC (08-03-12)

  3. #2
    Εγγραφή
    24-12-09
    Μηνύματα
    13.123
    Thanked
    23228
    Rides
    0

    Προεπιλογή

    Το Αθήνα – Θεσσαλονίκη με το τραίνο σταμάτησε, τα τηλέφωνα αραιώσανε και η ολη σχέση πήγε στο ντουλάπι μετά απο εκεινο το ποτό.
    Τότε ήταν που αποφάσισα πως πρέπει να αρχίσω να σκέφτομαι λιγάκι το μέλλον μου και σαν πρώτο βήμα αποφάσισα οτι χρειάζομαι σοβαρότητα στις πράξεις μου.
    Αφού το σκέφτηκα αρκετά, είπα να ξεκινήσω για αρχή, να μην ξαναπιώ Β52.
    Επρεπε όμως να βρω και κατι να πίνω, οπότε πέρασα μια εβδομάδα πίνοντας διάφορα ποτά.
    Τη Δευτέρα, δοκίμασα διάφορα ουϊσκι και αποφάσισα οτι είναι ωραίο αλλά όχι για όλες τις ώρες
    την Τρίτη, ήπια τζιν και μου άρεσε, αλλά μου είπαν οτι είναι το ποτό των αλκοολικών και έτσι έμεινα να κοιτάζω ένα άδειο κολωνάτο ποτήρι που είχε μέσα τζιν λεμονάδα, με μια στεναχώρια στο βλέμμα.
    Τετάρτη ήπια κρασιά διάφορα, αλλά μου ήρθε όρεξη για σουβλάκι και κατέβηκα στον κάβουρα και είχε μόνο μπύρα, οπότε χτύπησα και τρεις αμστελ, οπότε αποφάσισα πως δεν μου αρέσει η αμστελ.
    Πέμπτη είχα ξυπνήσει με πονοκέφαλο και αποφάσισα οτι το κρασί δεν μου πάει και είναι και δύσκολο στα μπαρ να ζητάς ποτήρι κρασί γιατί σε κοιτάνε περίεργα οι άλλοι μαλλιάδες, οπότε πήγα στην πλατεία μαβίλη που είχε ένα πενηντάρικο το ποτό στου Λώρα και δοκίμασα βότκα, μετά του είπα να βάλει ένα κονιάκ, αλλά με ρώτησε αν θέλω και παξιμάδι μαζί με τα κόλυβα, οπότε του είπα να φτιάξει ενα μπράντυ αλεξάντερ και μου είπε οτι βαριέται και να διαλέξω τι σκατά θέλω να πιώ, οπότε του είπα να μου βάλει μια τεκίλα.
    Αποφάσισα πως η τεκίλα είναι ωραία αλλά μονο για το καλοκαίρι και πήγα σπίτι αποφασισμένος την επόμενη να δοκιμάσω ρούμι.
    Η παρασκευή ήρθε ηλιόλουστη, εγώ ξύπνησα με ένα στόμα παπούτσι και έναν πονοκέφαλο δυνάστη να μου τρυπάει το κρανίου, όπως μου ξέσκιζε τα μάτια μου το φως.
    Μια απο τις κρίσιμες αποφάσεις της ζωής μου τότε ηταν να μην ξαναπιώ και φραπέ, οπότε σύρθηκα στην κουζίνα και άναψα το μάτι να φτιάξω έναν ελληνικό βραστό.
    Εβαλα νερό στο μπρίκι, έριξα μέσα μια κουταλιά καφέ χοντρή, τρείς ζάχαρες, και κοίταγα το κατράμι που φούσκωνε.
    Οταν έκανε το πρώτο γύρισμα, έσβησα το μάτι και έριξα τον αχνιστό καφέ σε μια βαθιά κούπα.
    Καθόμουν στο τραπέζι κοιτώντας τον καφέ, πιό δίπλα είχα τα τσιγάρα και περίμενα να σταματήσει να αχνίζει ώστε να ανάψω επιτέλους ένα.
    Κάπνιζα κάτι σαντέ κασετίνα άφιλτρα τότε και είχα αποφασίσει πως πρέπει να αποφασίσω να αλλάξω μάρκα διαλέγοντας μια που να έχει φίλτρο (είπαμε ήταν περίοδος αποφάσεων).
    Φύσαγα και ξαναφύσαγα τον καφέ, ώσπου βαρέθηκα και τράβηξα μια ρουφηξιά.
    Γλυκάθηκε το στόμα μου, άναψα και το τσιγάρο και φύσηξα τον καπνό στο ταβάνι.
    Η προοπτική του να περάσω μια μέρα στο σπίτι περιμένοντας να νυχτώσει για να αρχίσω να δοκιμάζω αν μου αρέσει το ρούμι, μου φάνηκε εντελώς βλαμμένη, οπότε σηκώθηκα, πήρα τον καφέ μαζί μου και πήγα στην τουαλέτα.
    Καθισμένος στο θρόνο, έπινα καφεδάκι, κάπνιζα και διάβαζα τις γελοιογραφίες απο ένα περιοδικό με σταυρόλεξα που πάντα είχαμε επάνω στο πλυντήριο, κάβα για τις δύσκολες μέρες.
    Απο το βάθος άκουσα να χτυπάει το τηλέφωνο.
    Ναι καλά, είπα δυνατά και συνέχισα την πρωινή μου τελετή.
    Είχα ανάψει το δεύτερο τσιγάρο, είχα πιεί το μισό καφέ και είχα τελειώσει με τις γελιογραφίες, αλλά χέσιμο δεν μου είχε έρθει ακόμα.
    Τότε ξαναχτύπησε το τηλέφωνο.
    Σηκώθηκα με τα βρακιά κατεβασμένα, το πουλί να κρέμμεται και το τσιγαρο στο χέρι και με πηδηματάκια έπιασα το ακουστικό απο την κρεβατοκάμμαρα.
    ΝΑΙ, σχεδόν φώναξα.
    Απο την άλλη πλευρά μια σιγανή γυναικεία φωνή, ρώτησε: ενοχλώ?
    Βασικά προσπαθούσα να χέσω και με σήκωσες, ήθελα να απαντήσω, αλλά η Κλαίρη ακουγόταν πολύ χάλια, οπότε περιορίστηκα σε ένα ξερό "όχι".
    Να σου πώ, ακούστηκε πάλι απο το ακουστικό.
    Μη μου πεις τίποτα ακόμα, είπα. Μισό να φέρω τασάκι, καφέ (και να σηκώσω τα βρακιά μου, είπα απο μέσα μου).
    Μάζεψα τα εργαλεία της ψυχανάλυσης στο κομοδίνο, ξάπλωσα στο κρεβάτι και είπα:
    Ολος δικός σου.
    Ξεκίνησε δειλά να μου λέει διάφορα, ότι το σκεφτόταν όλο το βράδυ, ότι περίμενε να ξημερώσει και να με πάρει, ότι τελικά της έλειπα πολύ, πως ήθελε να με δεί, ότι, ότι, ότι....
    Ελεγε διάφορα, αλλά δεν είχα μυαλό να την ακούσω γιατί ενδιάμεσα ο καφές και το τσιγάρο είχαν λειτουργήσει και μου είχε φτάσει ο κώλος στον αστράγαλο.
    Με είχε κυριεύσει η πρωινή ανάγκη, ένοιωθα τα έντερά μου να στρίβουν στο στομάχι μου, ένοιωθα πως θα εκραγεί η κοιλιά μου.
    ΚΛΕΙΣΕ, ΚΛΕΙΣΕ, της είπα, σκέψου τι μου είπες, αποφάσισε αν είναι αλήθεια και πάρε με σε μισή ώρα της είπα.
    και γκαπ, έκλεισα το τηλέφωνο, τρεχοντας για την τουαλέτα.
    Δέκα λεπτά μετά, μου είχε φύγει και ο πονοκέφαλος, και το χανγκόβερ και ένοιωθα δέκα κιλά ελαφρύτερος.
    Εφτιαξα ένα φραπέ με δύο κουταλιές καφέ, πέντε ζάχαρες, μισό ντενεκέ γάλα, άναψα ένα τσιγάρο ακόμα και πήγα στο σαλόνι, γιατί εκείνο το τηλέφωνο είχε μακρύ καλώδιο.
    Τράβηξα τη συσκευή στην μπαλκονόπορτα, έβαλα τα σύνεργα σε ένα τραπεζάκι και άραξα σε μια πολυθρόνα.
    Σήκωσα το ακουστικό και σχημάτισα τον αριθμό της.
    Το σήκωσε αμέσως.
    ΣΕ ΘΕΛΩ, μου είπε. Σε ΘΕΛΩ τώρα.
    και μου το έκλεισε.
    Εμεινα εκεί να καπνίζω.
    Σκέφτηκα ότι θέλω μισή ώρα να κάνω ένα μπάνιο, άλλη μισή να κατέβω στο σταθμό και καλές 12 να πάρω το μεσημεριανό για πάνω.
    Σκέφτηκα επίσης πως εκείνο το βράδυ θα είχα σίγουρα μια εκπληκτική σεξουαλική επαφή, αλλά δεν θα δοκιμάσω ρούμι, εκτός και αν έβρισκα κανα μπουκάλι στο δρόμο για το σπίτι της, θυμόμουν οτι είχε μία στη Βασιλέως Ηρακλείου.
    Μπήκα στο μπάνιο και πλύθηκα σχολαστικά.
    Μετά σκέφτηκα ότι θα τραβήξω τόση βρώμα στο τραίνο που ήταν άχρηστη τόση καθαριότητα.
    Ντύθηκα, έριξα και πέντε ρούχα στο σακ βουαγιάζ και πήρα τηλέφωνο τη μάνα μου.
    Οταν άκουσε ότι θα ανέβω Θεσσαλονίκη, πρέπει να της πετάχτηκαν τα μάτια απο τις κόγχες.
    Δεν ξέρω τίποτα, μίλα με τον πατέρα σου.
    Πήρα τον πατέρα μου.
    Του είπα ότι πάω θεσσαλονίκη, μου είπε οτι είμαι ανεύθυνος και πως θα καταντήσω ρεμάλι να παίζω κιθαρα στις πλατείες και να ζητιανεύω γιατι δεν θα μου ξαναέδινε λεφτά.
    Του είπα οτι πάω να δώ μια γκόμενα και πως είναι σοβαρό.
    Ακου παιδί μου, είπε τότε σοβαρά ο πατέρας μου.
    Στην ντουλάπα μου κάτω απο τις πετσέτες, τρίτο συρτάρι, έχει λεφτά.
    Πάρε 10.000 και να προσέχεις. Εντάξει?
    Τελικά είναι πολυ εντάξει μερικές φορές ο πατέρας μου.
    Πήγα στη ντουλάπα, πήρα 30.000 και έκανα να φύγω.
    Το μετάνοιωσα και γύρισα πάλι στη ντουλάπα.
    Πήρα και άλλες 5.000 και έφυγα τρέχοντας.

    Βγήκα απο το σπίτι και πήγα στη μηχανή.
    Εριξα το σακ βουαγιάζ στο ντεπόζιτο, το έδεσα με δυό χταπόδια και φόρεσα ένα κράνος NOVA που είχα τότε, πράσινο με ζελατίνα.
    Ξεκίνησα για το Σταθμό Λαρίσσης και έφτασα 20 λεπτά αργότερα.
    Κατέβηκα απο τη μηχανή και έκανα λίγο πίσω το χέρι μου να πιάσει την κουλούρα ασφαλείας για να δέσω σκελετό και ρόδα στην κλασική κολώνα έξω απο το σταθμό.
    ΦΤΟΥ.
    δεν είχα πάρει μαζί μου την κουλούρα.
    Το μυαλό μου άρχισε να υπολογίζει τις ώρες.
    20 λεπτά να πάω σπίτι άλλα 20 να γυρίσω βάλε και 10 χαμένα στο δρόμο, μισή ώρα.
    40 λεπτά πες το για ασφάλεια.
    Πετάχτηκα στο σταθμό.
    το μεσημεριανό έφευγε σε 20 λεπτά.
    Το επόμενο σε 4 ώρες.
    Γρήγοροι υπολογισμοί, μαλακισμένες σκέψεις, άστοχοι υπολογισμοί, συναίσθημα, λογική, συναίσθημα, εφηβεία, οπότε το επόμενο 20λεπτο με βρηκε στην Λένορμαν, να γεμίζω το ρεζερβουάρ στη Mobil της γωνίας με την Πέτρας και να ψάχνω με τα μάτια για περίπτερο, ώστε να φορτώσω τσιγάρα και νερό για το δρόμο.
    Σε 30 λεπτά ήμουν στην αθηνών λαμίας με ταχύτητα 120 χιλιόμετρα, τον αέρα να φυσάει το τζην μπουφάν μου και να πεταρίζει το κόκκινο φουλάρι με λαχούρια μαύρα που είχα περασμένο στη ζώνη μου.

    Εσκυψα πάνω στο ντεπόζιτο και άνοιξα και άλλο το γκάζι.

    Στο μυαλό μου, δεν υπήρχε πιά καμμία Κλαίρη, καμμία νύχτα, καμμία μπουκάλα ρούμι.
    Ηλεκτρισμός πέρναγε τη σπονδυλική μου στήλη όσο έβλεπα την άσπρη λωρίδα του δρόμου να ανοίγεται μπροστά μου.
    Χιλιόμετρα, άερας,μηχανή, δρόμος.
    Η αδρεναλίνη άρχισε να φτάνει στον προορισμό της.
    Μισοκλεισα τα ματια και ανοιξα κι αλλο το γκαζι.

  4. The Following 13 Users Say Thank You to Stamatis For This Useful Post:

    bill_m3 (08-03-12), hades7 (08-03-12), imolarot (08-03-12), katsaraios (08-03-12), Lambros46 (08-03-12), Leonidas_E39 (08-03-12), Monsta (08-03-12), Nino (08-03-12), Ptboul (08-03-12), Skyline_IS (08-03-12), strof (08-03-12), Tsakirakos (08-03-12), VanVIC (08-03-12)

  5. #3
    Εγγραφή
    24-12-09
    Μηνύματα
    13.123
    Thanked
    23228
    Rides
    0

    Προεπιλογή

    Πέρασα τα διόδια και γύρισα το μυαλό μου σε trip mode.
    Ήταν μια διαδικασία που εύκολα μπορουσα να πετύχω τότε.
    Μισόκλεινα για κάποια δευτερόλεπτα τα μάτια μου και κεντράριζα το βλέμμα μου στο δρόμο.
    Εφτιαχνα το περίγραμμα του δρόμου στο μυαλό μου και αυτά ήταν τα όρια.
    Μετά τοποθετούσα στη θέση τους τα εμπόδια, που ήταν τα άλλα οχήματα επάνω στο οδόστρωμα.
    Υστερα, σχημάτιζα μια ιδανική γραμμή προσπέρασης ή διεισθησης και ενώ την ακολουθούσα, οργάνωνα την επόμενη κίνηση, όσο μου επέτρεπε το οπτικό μου πεδίο.
    Δεν με απασχολούσε το περιβάλλον, αλλά μόνο*η καλύτερη δυνατή εκμετάλευση του χώρου που είχα μπροστά μου.
    Στην πρώτη στάση, περίπου στο 90 χιλιόμετρο, γύρισα το σακ βουαγιάζ απο το ντεπόζιτο στο πίσω μέρος της σέλας, δένοντας το με τα χταπόδια σφιχτά δύο φορές σταυρωτά.
    Συνέχισα ξαναμπαίνοντας σε trip mode, εντυπωσιασμένος απο τα πρώτα εύκολα χιλιόμετρα της διαδρομής.
    Ηταν πλέον ντάλα μεσημέρι και*απο το 90 και μετά, κράταγα μια καλή σταθερή ταχύτητα κοντά στα 120-130.
    Το παλιό αερόψυκτο CB550F, είχε αρκετά άλογα για αυτή τη διαδρομή, αλλά και αρκετά προβλήματα που όμως δεν υπολόγιζα σε αυτή τη φάση της διαδρομής.
    Ενώ προσπέρναγα τα αυτοκίνητα και τις νταλίκες απο κάθε δυνατή κατεύθυνση, ο αέρας με χτύπαγε πλέον ζεστός στο στήθος και το πετάρισμα απο το τζην μπουφαν μου είχε πονέσει τους ώμους.
    Εκοψα λίγο και με τό αριστερό χέρι, κούμπωσα και το τελευταίο κουμπί στο λαιμό.
    Η κατάσταση έστρωσε, αλλά η ζέστη χειροτέρεψε.
    Μέσα στο κράνος το κεφάλι μου άρχισε να βράζει.
    Ανοιξα λίγο τη ζελατίνα και ο λίβας μπήκε μέσα χειρότερος.
    Σε λίγα λεπτά είχαν στεγνώσει τα μάτια μου και άρχισαν να με κόβουν.
    Έκλεισα πάλι τη ζελατίνα και πήρα μια ανάσα.
    Στην μεγάλη ευθεία πριν την Λαμία, ο κινητήρας ανάμεσα στα πόδια μου άρχισε να βγάζει μια ανυπόφορη ζέστη.
    Ενοιωθα τις κλειδώσεις στα γόνατα να λειώνουν και αναγκάστηκα να ανοίξω τη γωνία που έκαναν τα πόδια μου στο ντεπόζιτο, με αποτέλεσμα να*νοιώθω μεγαλύτερη αντίσταση απο τον αέρα.
    Σκέφτηκα ότι σε δύο ώρες το πολύ ο ήλιος θα άρχιζε να πέφτει και παράλληλα θα έπεφταν και οι θερμοκρασίες της μηχανής και το κεφαλιού μου.
    Παρόλο που είχα άνεση στο δρόμο, συγκρατήθηκα και κράτησα σταθερή την ταχύτητά μου, όχι τόσο επειδή δεν ήθελα να ζοριστώ, αλλά κυρίως επειδή είχα βρεί ένα καλό momentum ανάμεσα στην αραιή κίνηση της εθνικής οδού.
    Στις στροφές πριν τη Λαμία, μπήκα με περίπου 130 και κάπου εκεί αποφάσισα να κάνω μια χαλαρή στάση, αλλά ενώ έκοβα το ρυθμό μου, είδα απο τους καθρέφτες να με πλησιάζει ένα καταραμένο λεωφορείο, που είχα ξεσκιστεί να προσπεράσω, καθώς πήγαινε μαλλιοκούβαρα σε όλο το δρόμο, πάνω απο κάθε επιτρεπτό όριο ταχύτητας, αλλά σε πλήρη συγχρονισμό με την μέση δικιά μου.
    Σιχτιρίστηκα που με πρόλαβε και ξαναβγήκα στην αριστερή ανεβάζοντας λίγο ακόμα το ρυθμό μου.
    Μπήκα στον εξωτερικό της Λαμίας και έφυγα καρφί για Στυλίδα, την οποία και πέρασα με την άσφαλτο να λειώνει κάτο απο τα λάστιχά μου.
    Η υγρασία της θάλασσας έκανε τα πράγματα ακόμα χειρότερα και η ανάσα μου είχε βαρύνει αρκετά μέσα στο κράνος - κλωβό βασανιστηρίου-.
    Ανοιξα πάλι τη ζελατίνα την άφησα έτσι μέχρι αρκετά χιλιόμετρα παρακάτω, στην Πελασγία όπου και έκανα μια στάση ανεφοδιασμού, τσιγάρου, κατουρήματος και ανάπαυσης.
    Το βενζινάδικο που διάλεξα ήταν το κλασικό επαρχιακό -λίγο απο όλα- κατάστημα που περίμενε κανείς να βρεί σε εκείνα τα μέρη.
    Ενα στέγαστρο, δυό αντλίες και πίσω το μαγαζί-σπίτι σε δύο ορόφους.
    Σταμάτησα στη σκιά που έκανε το στέγαστρο και έσβησα τη μηχανή.
    Ενας βαριεστημένος πιτσιρικάς μου γέμισε το ντεπόζιτο με σούπερ βενζίνη και απάντησε αρνητικά στην ερώτησή μου αν έχουν λίγο νερό ή τουαλέτα.
    Η τουαλέτα δεν με πείραξε, αλλά το νερό με χάλασε άσχημα, γιατί το μπουκάλι που είχα πάρει μαζί μου απο την Αθήνα είχε βράσει μέσα στο σακ βουαγιάζ.
    Ούτε μια βρύση δεν έχετε να γεμίσω το μπουκάλι μου με φρέσκο? τον ρώτησα.
    Τσου, εκανε αυτός αρνητικά με το κεφάλι του.
    Μέσα στο μαγαζί δεν έχει λίγο νερό? ξαναρώτησα
    Τσού έκανε πάλι αυτός με το κεφάλι του.
    Κοίταξα το δρόμο που ανοιγόνταν μπροστά και κατάλαβα πως έπρεπε να έχω σταματήσει νωρίτερα κάπου αλλού. Μετά απο αυτό το γαμώπαιδο και το κωλοβενζιάδικό του θα αντιμετώπιζα το χάος μέχρι τη Λάρισα.
    Οι γονείς σου που είναι? ξαναρώτησα σε μια απέλπιδα προσπάθεια να πιώ λίγο νεράκι.
    Μέσα, είπε ο πιτσιρικάς.
    Αι ******* μαλακισμένο είπα μέσα μου και κατέβηκα απο τη μηχανή με το μπουκάλι ανα χείρας.
    Προχώρησα προς το μαγαζί και ο πιτσιρίκος με ακολουθούσε απο πίσω.
    Μπήκα μέσα, μπροστά ήταν ένα*γραφείο και πίσω του καθόνταν ένας χοντρός τύπος, λίγο λίγδης μου φάνηκε έτσι όπως τον είδα με μια φανέλα με τιράντες και ένα στρατιωτικό παντελόνι.

  6. The Following 11 Users Say Thank You to Stamatis For This Useful Post:

    bill_m3 (08-03-12), hades7 (08-03-12), imolarot (08-03-12), katsaraios (08-03-12), Leonidas_E39 (08-03-12), Monsta (08-03-12), Nino (08-03-12), Ptboul (08-03-12), Skyline_IS (08-03-12), strof (08-03-12), Tsakirakos (08-03-12)

  7. #4
    Εγγραφή
    24-12-09
    Μηνύματα
    13.123
    Thanked
    23228
    Rides
    0

    Προεπιλογή

    Μπήκα στο γραφείο του βενζινάδικου με νεύρα.
    Ο λίγδης πίσω απο το γραφείο με κοίταζε βαριεστημένα.
    Καλημέρα, έχετε κάπου λίγο νεράκι να γεμίσω το μπουκάλι μου; ρώτησα
    Νερό πουλάμε, μου είπε. Να αγοράσεις. Κλέφτες θα γίνουμε;
    Ωραία είπα ψύχραιμα. Εχετε να αγοράσω ένα μπουκάλι νερό, παρακαλώ;
    Μου εδειξε ένα ψυγείο της Εβγα, για παγωτά. Αυτά με τα καπάκια απο πάνω.
    Ανοιξα το δεξί καπάκι και πήρα ένα παγωμένο νερό.
    Πλήρωσα και βγήκα απο το βενζινάδικο.
    Ηπια το μισό μπουκάλι μονορούφι και αφού έσφιξα καλά το πώμα το έβαλα στο σακίδιο.
    Φόρεσα το κράνος μου έδεσα το σακίδιο στη σέλα και έφυγα.
    Στην πρώτη στροφή είμουν ακόμα τσαντισμένος με το επεισόδιο.
    Στη δεύτερη σκέφτηκα ότι γέμισα βενζίνη αλλά δεν πλήρωσα τελικά.
    Στην τρίτη στροφή με είχαν πιάσει τα γέλια.
    Στην τέταρτη άρχισα να σκέφτομαι τον λίγδη και το παιδοβούβαλο που θα ρώταγαν ο ένας τον άλλο αν πληρώθηκαν για τη βενζίνη.
    Εβαλα πιό δυνατά γέλια και άνοιξα το γκάζι.
    Η ζέστη είχε πιάσει για τα καλά,*η κίνηση ήταν ελάχιστη και η άσφαλτος μπροστά μου ψήνονταν απο τις κάθετε ακτίνες του ήλιου.
    Με τα λάστιχά μου να γατζώνουν σαν μαγνήτες και*τη μηχανή σε άριστη υγεία είχα τρελά κέφια.
    Ανοιξα το γκάζι και έφυγα στην μεγάλη ευθεία με τον αέρα να φυσάει*καυτός γύρω μου και τη φύση να είναι σιωπηλή και λαμπερή.
    Μια μαύρη λωρίδα δρόμος να σχίζει το απέραντο κίτρινο και*πράσινο απο τα*χωράφια και εγώ σαν υδράργυρος να κυλάω αναμεσα τρέχοντας με τη μηχανή μου, χωρίς άλλες σκέψεις στο μυαλό,*παρά μόνο το δρόμο και την επόμενη στροφή που έβλεπα να έρχεται δεξιά μου.
    Η επόμενη δεξιά στροφή πέρασε, το ίδιο και η αριστερή, το ίδιο και πολλές ακόμα, μέσα στη ζέστη και την άπνοια.
    Πήγαινα γρήγορα αλλά με σταθερό ρυθμό, πλάγιαζα και ίσιωνα, προσπερνούσα βαρισετημένες νταλίκες, έστριβα χωρίς να κατεβάζω ταχύτητες, δεν χρειαζόταν και στις εθυθείες άνοιγα κι άλλο.
    Παρόλο το λιοπύρι, η διαδρομή ήταν απόλαυση.
    Ωρες μετά, ο ήλιος έπεσε, γύρω μου άρχισαν τα χρωματα να παίρνουν μια γκρίζα γλύκα, τα μάτια μου ξεκουράστηκαν.
    Στα επόμενα πέντε χιλιόμετρα είδα τις ταμπέλες της Θεσσαλονίκης.
    Τα πρώτα φώτα στους δρόμους είχαν ανάψει.
    Σταμάτησα σε ένα βενζινάδικο για να φουλάρω.
    Εβγαλα το κράνος, άνοιξα την τάπα και τεντώθηκα πάνω στη σέλα.
    Απο μέσα βγήκε ένας τύπος με ένα μπούτι κοτόπουλο στο χέρι.
    Ηρθε κοντά και μασώντας με ρώτησε πόσο να βάλει.
    Γέμισέ το του είπα και καλή όρεξη.
    Κοπιάσε μου είπε, έχουμε και πατάτες.
    Α ρε καρντάση του είπα, έχω ραντεβού αλλιώς θα έμενα.
    Πλήρωσα και έφυγα.
    Η μυρωδιά απο το το κοτόπουλο μου είχε κόψει τα πόδια.
    Τρέχανε τα σάλια μου, είχε δεθεί κόμπος το στομάχι μου.
    *
    Κοίταξα το ρολόι μου. Προλάβαινα κάτι να τσιμπήσω πριν να συναντήσω την Κλάιρη.
    Ετσι και αλλιώς θα βγαίναμε για κανά ποτό, όπως τα υπολόγιζα, κάτι θα έπρεπε να έχω ρίξει μέσα μου προηγουμένως.
    Σαν να ήμουν σε αυτόματο πιλότο, χωρίς να το καλοσκευτώ, βρέθηκα να βγάζω το κράνος μου μπροστά απο τον Ρογκότη.
    Ξέκαβάλησα, άνοιξα το μπουφάν και μπήκα μέσα.
    Ολη η κούραση του ταξιδιού, όλη η ζέστη που είχα τραβήξει, βγήκε σε πείνα.
    Αραξα σε ένα τραπέζι, έβαλα στη διπλανή καρέκλα το κράνος και με το μπουφάν στην πλάτη της δικιάς μου, βούλιαξα πίσω απο το τραπεζομάντηλο.
    Το σχέδιο ήταν να τσιμπήσω κάτι, αλλά οι μυρωδιές και το περιβάλλον μου είχαν τρελάνει τα ρουθούνια.
    Εδωσα παραγγελία, σαλάτα, ορεκτικό, σουτζουκάκια, μπύρα.
    Τα πιάτα ερχόντουσαν ένα ένα και εγώ καταβρόχθιζα.
    Στην τρίτη μπύρα, είχα πλέον τελειώσει όλο το φαγητό επάνω στο τραπέζι και άναψα ένα τσιγάρο.
    Εγειρα το κεφάλι πίσω και φύσηξα τον καπνό στο ταβάνι.
    Ημουν απόλυτα ήρεμος, χορτάτος και απο δρόμο και απο φαϊ και ένοιωθα σιγά-σιγά την γλυκιά παράλυση της κούρασης να απλώνεται στα χέρια και τα πόδια μου.
    Τελείωσα τη μπύρα μου, πήρωσα και βγήκα πάλι στο δρόμο.
    Καβάλησα τη μηχανή και έφυγα για το σπίτι της Κλαίρης.
    Εφτασα αλλά ήταν σκοτεινά.
    Χτύπησα το κουδούνι αρκετές φορές, αλλά απο μέσα δεν υπήρξε καμμία απάντηση.
    Θα έχει βγεί σκέφτηκα.
    Ολα καλά.
    Πάω να πιώ ένα ποτό και επιστρέφω το βράδυ που θα έχει μαζευτεί πίσω.
    Αποφάσισα να πάω να μαζέψω καναν παλιό γνωστό απο το δρόμο και βλέπουμε
    Ανέβηκα στη μηχανή και βγήκα στα Λουλουδάδικα.
    Πάντα βρίσκεις κάποιον γνωστό στα Λουλουδάδικα.
    Πάρκαρα*και δεν είχα προλάβει να κάνω μερικά μέτρα με τα πόδια στο δρόμο, όταν άκουσα να με φωνάζουν.
    Γύρισα και είδα την γνωστή παλιοπαρέα να έχει αρχίσει το βραδυνό της πρόγραμμα.
    Ο Στέλιος, ο Γιώργος, ο Δημήτρης, όλα τα ρεμάλια της πόλης μαζεμένα εκεί μαζί και ως συνήθως με εκλεκτή παρέα απο γυναίκες, των οποίων τα ονόματα δεν μπήκα στον κόπο να συγκρατήσω, καθώς ήξερα ότι η διάρκειά τους στην παρέα ήταν περιορισμένη.
    Αυτό έπαιζε με τις γυναίκες και την παρέα εκείνη.
    Οσες γυναίκες πλησίαζαν στο τέλος δεν άντεχαν.
    Οσες άντεχαν, τις φοβόταν η παρέα και τις απομάκρυνε, μην τυχόν και παίξει καμμιά δεύσμευση και επέλθει κανας σπίτωμα ή ακόμα κανας φρικτός αραβώνας.
    Εκατσα με τα παιδιά, παραγγείλαμε και ήπιαμε όλοι μαζί το καλωσόρισμα.
    Οι ερωτήσεις έγιναν και η περιγραφή του ταξιδιού ξεκίνησε με μεγάλο γέλιο στο σημείο όπου το βουβαλόπαιδο "κέρασε" γέμισμα στο ντεπόζιτο για να μη χάσει τα λεφτά απο ένα μπουκάλι νερό.
    Γέλια, πλάκες, αναμνήσεις, όλα μαζί γύρναγαν στην κουβέντα, αλλά ένοιωθα πως κάποιος με παρακολουθεί.
    Αυτό το συναίσθημα πως κάτι σε χαϊδεύει χωρις να σε αγγίζει με είχε κυριεύσει.
    Σκανάρησα το τραπέζι και απέναντι είδα τη Δήμητρα.
    Μεχροινή, μακρυά μαλιά,*αέρινους ώμους, λεπτό μπλουζάκι και τζην με πέδιλα*απο κάτω.
    Εσπρωξα το ποτήρι μου κοντά της και ακολούθησα.
    Η παρέα συνέχισε να γελάει με τα δικά τους, αλλά εγώ μπήκα στην σφαίρα της αύρας της και αρχίσαμε την κουβέντα.
    Τι, πως, γιατί, το ένα έφερε το άλλο, ανέβηκα για βόλτα, δεν έχω που να μείνω, μένω μόνη μου στην Ανω Πόλη έλα μαζί σήμερα, απόψε, τώρα.
    Χαιρετήσαμε και*ανεβήκαμε στη μηχανή.
    Η*νύχτα με βρήκε σε*ένα φοιτητικό*σπίτι να βγάζω τα ρούχα μου και να μπαίνω στην μπανιέρα μαζί της.
    Χαλάρωσα στο νερό, έβγαλα απο πάνω μου το ταξίδι και εξαγνίστηκα για*τα καλά.
    Βγήκαμε αγκαλιά και*βρεγμένοι τυλιχτήκαμε ο ένας στον άλλο.
    Η ανάσα της μύριζε γλυκάνισο.
    Η δροσιά της νύχτας μας έκανε να ριγήσουμε.
    Απαλά αγγίγματα έφεραν γρήγορες ανάσες.
    Το πρωί μας βρήκε γυμνούς στο κρεβάτι.
    Η Δήμητρα κοιμόταν ανάσκελα.
    Τα μαλλιά της απλωμένα στο μαξιλάρι και τους ώμους της.
    Το φως της μέρας τη χαϊδευε απαλά στα πόδια.
    Την σκέπασα με το σεντόνι και σηκώθηκα.
    Βρήκα τον καφέ και έφτιαξα ένα ποτήρι.
    Αναψα ένα τσιγάρο και πλησίασα το τηλέφωνο.
    Τράβηξα τη συσκευη και το καλώδιο στο μπάνιο.
    Κάλεσα την Κλαίρη.
    Το σήκωσε νυσταγμένη.
    Ελα, της είπα, σε έπαιρνα τηλέφωνο και εχθές. Που ήσουν;
    Ειχα βγεί έξω, που είσαι, δεν ανέβηκες, σε περίμενα, ανησυχησα.
    Κοίτα, τη είπα, ανέβηκα, αλλά κάτι έτυχε, είμαι αλλού, θα τα πούμε κάποια στιγμή.
    Καλά είπε νυσταγμένα αυτή και το έκλεισε.
    Βγηκα απο το μπάνιο και πλησίασα τη Δήμητρα.
    Την χάιδεψα στο μπράστο.
    Ανατρίχιασε και γύρισε να με κοιτάξει.
    Της έδωσα ένα φιλί.
    Να σου φτιάξω καφέ τη ρώτησα;
    Τεντώθηκε και γύρισε ανάσκελα.
    Τύλιξε τα χέρια της στην πλάτη μου.
    Μετά, μου είπε.*
    Με τράβηξε επάνω της και μου δάγκωσε με νάζι το λαιμό.
    Πέταξα το σεντόνι στο κάτω μέρος του κρεβατιού και πήρα μια βαθιά ανάσα.
    Μόνο στην Θεσσαλονίκη, είπα μέσα μου. Μόνο στη Θεσσαλονίκη.

  8. The Following 14 Users Say Thank You to Stamatis For This Useful Post:

    aristent (10-03-12), bill_m3 (08-03-12), GiannisRob (09-03-12), hades7 (08-03-12), imolarot (08-03-12), katsaraios (08-03-12), Lambros46 (08-03-12), Leonidas_E39 (08-03-12), Monsta (08-03-12), Nino (08-03-12), Ptboul (08-03-12), Skyline_IS (08-03-12), strof (08-03-12), Tsakirakos (08-03-12)

  9. #5
    Εγγραφή
    02-01-10
    Περιοχή
    Στη διαδήλωση του φραπέ
    Ηλικία
    54
    Μηνύματα
    11.740
    Thanked
    14747
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Ρε μλκ πρωί πρωί έχουμε και δουλειές. Πόσα μυθιστορήματα έχεις γράψει στο pc σου ???

  10. The Following User Says Thank You to Monsta For This Useful Post:

    Ptboul (08-03-12)

  11. #6
    Εγγραφή
    23-12-09
    Περιοχή
    Θεσ/νίκη
    Ηλικία
    47
    Μηνύματα
    3.294
    Thanked
    7813
    Rides
    0

    Προεπιλογή

    Εμεινε να γράψεις για το west coast τωρα !
    Αλλα να μας πεις πότε για να πάρουμε πατατάκια και τσιγάρα !!

  12. The Following User Says Thank You to Konstantinos E60 For This Useful Post:

    Ptboul (08-03-12)

  13. #7
    Εγγραφή
    23-12-09
    Περιοχή
    βόλτες με το μάτζικ μπας
    Ηλικία
    47
    Μηνύματα
    6.120
    Thanked
    11974
    Rides
    2

    Προεπιλογή

    Μαγική πόλη η Θεσσαλονίκη και τα μωρά της. Αιώνια έφηβη. ♥
    Κάποτε θα τα θυμόμαστε όλα αυτά και θα γελάμε.

  14. The Following 3 Users Say Thank You to Ptboul For This Useful Post:

    gnx (08-03-12), Konstantinos E60 (08-03-12)

  15. #8
    Εγγραφή
    28-12-09
    Ηλικία
    53
    Μηνύματα
    3.201
    Thanked
    4060
    Rides
    5

    Προεπιλογή

    Δε ξέρω τι να κάνω, να κλαψω ή να γελάσω...

    Αρχηγέ, μας μπέρδεψες, γράψε για καμιά μπαρΤούζα να βάλουμε κανένα ουίσκι να ανέβουμε λίγο πρωινιάτικα.

  16. The Following 8 Users Say Thank You to gnx For This Useful Post:

    A8hnaios (10-03-12), bill_m3 (08-03-12), gant (08-03-12), GiannisRob (09-03-12), hades7 (08-03-12), Nikos (08-03-12), nikos1400 (08-03-12), Ptboul (08-03-12)

  17. #9
    Εγγραφή
    23-12-09
    Περιοχή
    βόλτες με το μάτζικ μπας
    Ηλικία
    47
    Μηνύματα
    6.120
    Thanked
    11974
    Rides
    2

    Προεπιλογή

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα απο gnx Εμφάνιση μηνυμάτων
    Δε ξέρω τι να κάνω, να κλαψω ή να γελάσω....
    Να χαρείς. Μέσα από την θλίψη του βρήκε την ψυχική ανάταση στο οδοιπορικό της ζωής.

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα απο gnx Εμφάνιση μηνυμάτων
    Αρχηγέ, μας μπέρδεψες, γράψε για καμιά μπαρΤούζα να βάλουμε κανένα ουίσκι να ανέβουμε λίγο πρωινιάτικα.
    Thats my boy
    Κάποτε θα τα θυμόμαστε όλα αυτά και θα γελάμε.

  18. #10
    Εγγραφή
    20-05-10
    Ηλικία
    35
    Μηνύματα
    1.586
    Thanked
    2083
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα απο gnx Εμφάνιση μηνυμάτων
    Δε ξέρω τι να κάνω, να κλαψω ή να γελάσω...

    Αρχηγέ, μας μπέρδεψες, γράψε για καμιά μπαρΤούζα να βάλουμε κανένα ουίσκι να ανέβουμε λίγο πρωινιάτικα.


Σελίδα 1 από 4 123 ... ΤελευταίαΤελευταία

Δικαιώματα - Επιλογές

  • Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε νέα θέματα
  • Δεν μπορείτε να απαντάτε σε θέματα
  • Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε συνημμένα
  • Δεν μπορείτε να επεξεργάζεστε τις δημοσιεύσεις σας
  •  
BACK TO TOP