Ένα ποσοστό των ασθενών που πάσχουν από χρόνια μυελογενή λευχαιμία, θα μπορούσαν να θεραπευτούν σε βάθος χρόνου, σύμφωνα με τις κλινικές δοκιμές ενός φαρμάκου, που παρουσίασαν Γάλλοι επιστήμονες σε ένα επιστημονικό περιοδικό.
Οι ογκολόγοι μέχρι τώρα πίστευαν ότι η συγκεκριμένη αργά εξελισσόμενη πάθηση θα επανεμφανιζόταν σίγουρα, αν οι ασθενείς σταματούσαν τη θεραπεία με αντικαρκινικά φάρμακα όπως το Glivec (imatinib) της Novartis. Όμως, μια μικρή κλινική μελέτη που δημοσιεύτηκε στο ιατρικό περιοδικό για θέματα ογκολογίας "The Lancet Oncology", υπό τον Φρανσουά-Χαβιέ Μαχόν του πανεπιστημίου του Μπορντό, δείχνει ότι μερικοί ασθενείς μπορούν να επιζήσουν - χωρίς να επανεμφανιστεί ο καρκίνος- μέχρι και δύο χρόνια μετά τη διακοπή της φαρμακευτικής θεραπείας.
Το συγκεκριμένο φάρμακο, που εμφανίστηκε το 2001, έχει ήδη μεταμορφώσει τη θεραπεία της χρόνιας μυελογενούς λευχαιμίας, αλλά κοστίζει δεκάδες χιλιάδες δολάρια το χρόνο. Οι γιατροί, μετά από τις ενδείξεις ορισμένων ασθενών ότι η πάθησή τους τέθηκε υπό έλεγχο, άρχισαν να εξετάζουν τη δυνατότητα να σταματούν κάποια στιγμή τη θεραπεία, παρά να τη συνεχίζουν απεριόριστα.
Η γαλλική μελέτη, που αφορούσε 69 άτομα, τα οποία έπαιρναν το φάρμακο επί δύο χρόνια και μετά το σταμάτησαν, φαίνεται να προσφέρει επιχειρήματα υπέρ της θεραπείας και άρα της δυνατότητας διακοπής της φαρμακευτικής θεραπείας. Το 41% των ασθενών παρουσίαζαν πλήρη ύφεση της νόσου ύστερα από ένα χρόνο και το 38% μετά από δύο χρόνια. Οι ασθενείς σε φάση ύφεσης δεν παράγουν πλέον μια ανώμαλη πρωτεΐνη (BCR/ABL), η οποία ευθύνεται για τον πολλαπλασιασμό των λευκοκυττάρων στον μυελό των οστών, που έχει ως συνέπεια τη λευχαιμία.
Οι Γάλλοι ερευνητές πάντως επεσήμαναν ότι, προς το παρόν, οι ασθενείς που έχουν πάρει για καιρό το imatinib και θα μπορούσαν να σταματήσουν πια να το παίρνουν, ίσως δεν ξεπερνούν το 10% του συνόλου των πασχόντων από χρόνια μυελογενή λευχαιμία.