-
Τα Σύκα
Ο παππούς μου ήταν πολύ υπομονετικός άνθρωπος· Πριν οπό σαράντα χρόνια οδηγούσε διάφορα Opel Olympia, στα οποία φόρτωνε γυναίκα, παιδια, πεθερά, γέμιζε το πορτ-μπαγκάζ και ταξίδευε όλη την Ελλάδα. Όταν ογόρασε ένα μεγαλύτερο αυτοκίνητο, ένα πράσινο Princess Skyway, άρχισε τις πραγματικα μακρινές αποστολές. Την εποχή που η διαδρομή Αθήνα-Καμένα Βούρλα ήταν είδηση, ο υπομονετικός αυτός άνθρωπος, με πλήρωμα γυναίκα, πεθερά, θεία και παιδιά, που στο δρόμο τραγουδούσαν, ζαλίζονταν κλπ., γύρισε, αγόγγυστα, όλη την Ευρώπη. Από τη Νάπολη έως το Λονδίνο, σε τρία μεγάλα _ ταξίδια, πάντα τίγκα στον κόσμο και με το χώρο αποσκευών γεμάτο βαλίτσες και τρόφιμα.
Την αγάπη για τα ταξίδια την κληρονόμησα κι εγώ, την υπομονή όμως όχι. Ιδίως στο θέμα του φορτωμένου οχήματος είχα πάντα μια απέχθεια. Από την εποχή που είχα ποδήλατο, ούτε εφημερίδα δεν κουβάλαγα, γιατί δεν είχα λέει πού να τη βάλω. Μου πήραν καλαθάκι για το τιμόνι, βεβαίως το πέταξα, σιγά μην έβαζα καλάθι στο κροσάκι μου. Όταν πήρα μοτοσυκλέτα, πάλι κουβαλούσα μόνο τα εντελώς απαραίτητα, σχολείο πήγαινα με ένα στυλό στην τσέπη του μπουφάν και ένα τετράδιο στο στήθος Στο πρώτο μου μάλιοτα ταξίδι, δεν ήθελα να φορτώσω το Guzzi μου για να μη χάσω κανένα χιλιόμετρο τελικής, πήρα ένα ελάχιστο παιδικό σακιδιάκι, κάτι ανάμεσα σε μεγάλη κασετίνα και μικρό τσαντάκι μέσης, το έπιασα με ένα χταπόδι στη σέλα και πάλι αισθανόμουν ότι το είχα παραφορτώσει.
Το χειρότερό μου, όμως, ήταν η μεταφορά τροφίμων. Και αυτό σχετίζεται με τον παππού. Στην επιστροφή από κάποιο ταξίδι, οι γυναίκες του σπιτιού ξέχασαν ένα πεπόνι στο πορτμπαγκάζ. Στη συνέχεια ο παππούς έλειψε δύο εβδομάδες για δουλειές και όταν γύρισε, και ξαναμπήκε στο αυτοκίνητο, η μυρωδιά από το σαπισμένο, πλέον, πεπόνι είχε ποτίσει το σύμπαν. Αυτά συνέβησαν γύρω στο 1970.Έως το 1993, που ο Δήμος μας στέρησε από το αγαπημένο μας Princess, όποτε καθόσουν στα κόκκινα χνουδωτά του καθίσματα, η ίδια μυρωδιά ήταν παρούσα.
Το πρώτο μου αυτοκίνητο ήταν τετράπορτο, αλλά διθέσιο, επιβάτες πίσω δεν έβαζα, με την -αληθινή- δικαιολογία, ότι λόγω χαμηλωμένων ελατηρίων, έβρισκαν τα λάστιχα στους θόλους. Απέφευγα έτσι και την πολυλογία που σπάει τα νεύρα, αλλά και τα πολλά φορτώματα που χαλάνε το κράτημα. Εδώ είχα πετάξει γρύλο και ρεζέρβα για ελάφρωμα, σιγά μην το φόρτωνα έρμα.
Και βέβαια, η σκέψη ότι το αγαπημένο μου αυτοκίνητο μπορεί να άρχιζε να μυρίζει φέτα και ντομάτα, με είχε πείσει ότι δεν θα μετέφερα ποτέ τέτοια πράγματα. Άσε που με το δικό μου οδήγημα όλο το φορτίο θα γινόταν πελτές και θα βρωμούσε χειρότερα. Αυτό ευτυχώς ήταν γνωστό σε όλους στο σπίτι, και έτσι, όταν ήμουν στο χωριό και ερχόταν καμιά γειτόνισσα να μου δώσει αυγά ημέρας να τα πάρα στην Αθήνα, η μάνα μου γέλαγε: " αυγά να τα πάει ο Γιώργος στην Αθήνα ομελέτα θα γίνουν ώσπου να φτάσει ".
Στα επόμενα αυτοκίνητα, συνήθως έβγαζα το πίσω κάθισμα, για ελάφρωμα και αυτό, έβαζα και τεσσάρες ζώνες ασφαλείας οπότε δεν χώραγε κανείς πίσω. Είχα το κεφάλι μου ήσυχο, ώσπου κάποια στιγμή βρέθηκα με μια τρίλιτρη τετράπορτη μπερλίνα. Και εκεί τι να πω; δεν χωράει ή θα βαρύνει και θα σέρνεται; Αναγκάστηκα, μία φορά, να μεταφέρω ένα δέμα. Ένα δέμα, που έχει και αυτό να κάνει με τον παππού.
Προ αμνημονεύτων ετών, ο πάππους είχε ένα φίλο κηπουρό στα ανάκτορα. Από μια ανακτορική συκιά, που έκανε κόκκινα σύκα,πήρε μπόλικα, φύτεψε ένα δένδρο στο εξοχικό μας στην Εύβοια. Πέρασε καιρός ο βασιλιάς εφυγε, η συκιά θέριεψε, τα σύκα της -λένε, γιατί εγω δεν τρωω σύκα- πως είναι πεντανόστιμα.
Γυρνώντας από την Εύβοια, ο γυναικείος πληθυσμός, διάδοχος κατάσταση εκείνων που ξέχασαν το πεπόνι στο Princess, με έπεισε να πάρω λίγα σύκα να τα πάω στην Αθήνα. Τα έβαλε η καλή μου σε ένα μπολάκι, τα τύλιξε με διπλή σακούλα και μου τα έδωσε. Σίγουρα δεν θα ανοίξουνε; ρωτούσα και ξαναρωτούσα. Σίγουρα, ήταν η επωδός. Τα έβαλα κι εγώ στο πιο απομακρυσμένο σημείο από τη θέση του οδηγού, στο πάτωμα πίσω από το κάθισμα του συνοδηγού, και έφυγα.
Η διαδρομή περιλαμβάνει 125 χιλιόμετρα απίστευτο στροφιλίκι, που το ξέρω απ' έξω, και όποτε περνάω, πηγαίνω τέζα. Κόντευα στο σπίτι ώσπου πέτυχα ένα κομβόι με γιαπωνέζικα σεντάν, κορεάτικα κουπέ, κολλημένο πίαω από ένα πράσινο λεωφορείο τσούκου-τσούκου στις φουρκέτες, σύρσιμο στην ανηφόρα όλοι μαζί αγκαλιασμένοι, η υπομονή μου, αυτή που δεν κληρονόμησα από τον παππού, εξαντλήθηκε και βγήκα σε ένα ευθειάκι για χαροντικό προσπέρασμα-σουβλάκι.Υποστρέφοντας-φρενάροντας μετά το λεωφορείο και με ένα κατέβασμα, πάω να στρίψω μια χαρά στην κλειστή δεξιά που ακολουθούσε. Τους έχω λοιπόν περάσει όλους, ευλογάω τα κυβικά μου και τη ροπάρα μου και όπως πάω να φρενάρω, αισθάνομαι το πόδι μου να γλιστρά, σαν να έχει σαπίοει το πάτωμα και να με ρουφούσε, φαινόμενο που απαντά οε παλιές Lancia Beta, αλλά εγώ δεν οδηγούσα Lancia Beta. Εχω χάσει προ πολλού το σημάδι για τα φρένα, το πόδι γλιστρά κι άλλο και | έρχεται και μπαίνει κάτω από το πεντάλ του φρένου με κατεύθυνση προς το συμπλέκτη. Με μια απέλπιδα προσπάθεια, το πόδι ξεκολλάει, πάει για το φρένο, αλλά μόλις το ακουμπάει, ξαναγλιστράει και σκάει πάλι στο πάτωμα. Η στροφή είναι μπροστά, έχω γύρω στα 40 χιλιόμετρα παραπάνω από όσα μπορώ να στρίψω, πιστεύω ότι το δεξί μου πόδι έχει παραλύσει, τραβάω χειρόφρενο, και την ίδια στιγμή βλέπω κάτι να γυαλίζει οτο χαλάκι κάτω από τα πεντάλ. Στα millisecond πριν από την είσοδο τραβάω το πόδι μου πίσω, οκουπίζοντάς το αστραπιαία στο χαλάκι, λύνω χειρόφρενο, δίνω γκάζι, και στρίβω στα όρια του μπλοκέ και της κρεμαγιέρας.
Αναρωτώμενος πότε θα πάρει καμιά μέρα ρεπό ο φύλακας άγγελος και θα τελειώσει το γλέντι κοίταξα στο πάτωμα. Μισή ντουζίνα σύκα από τη συκιά των ανακτόρων είχαν βγει από το μπολ και τις δύο σακούλες, είχαν κάνει το γύρω του αυτοκινήτου και είχαν γίνει μαρμελάδα κάτω από τα πόδια μου.
Σταμάτησα για να πετάξω το γλιστερό χαλάκι και σκεφτόμουν το μπινελίκι που είχα να ακούσω από το κομβόι όταν θα έβλεπε σταματημένο τον τύπο που του έκοψε τη χολή προσπερνώντας και στρίβοντας σαν κυνηγημένος. Τότε εν μέσω ύβρεων, κορναρισμάτων, φάσκελων και σταυροκοπημάτων, αντιδράσεων που μόνο ο υπομονετικός παππούς δεν θα είχε εάν ήταν μάρτυς στην ίδια σκηνή, υποσχέθηκα στον εαυτό μου να μη μεταφέρω ποτέ ξανά τρόφιμα με το αυτοκίνητο.
του Γιώργου Ν. Πολίτη
Ο Κυβερνήτης είναι υπεύθυνος για το αεροσκάφος και τους επιβάτες για όσο διαρκεί η πτήση. Ο Μηχανικός είναι υπεύθυνος για ΠΑΝΤΑ.
-
The Following 3 Users Say Thank You to pilot For This Useful Post:
doctore (03-10-13), Lambros46 (31-08-13), Nino (31-08-13)
Δικαιώματα - Επιλογές
- Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε νέα θέματα
- Δεν μπορείτε να απαντάτε σε θέματα
- Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε συνημμένα
- Δεν μπορείτε να επεξεργάζεστε τις δημοσιεύσεις σας
-
Κανονισμός του Φόρουμ
BACK TO TOP