Σελίδα 1 από 2 12 ΤελευταίαΤελευταία
Εμφάνιση αποτελεσμάτων : 1 έως 10 από 38

Θέμα: ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΛΩΡΙΔΑ

Hybrid View

Προηγούμενο μήνυμα Προηγούμενο μήνυμα   Επόμενο Μήνυμα Επόμενο Μήνυμα
  1. #1
    Εγγραφή
    24-12-09
    Περιοχή
    Μαρουσι
    Μηνύματα
    6.857
    Thanked
    15098
    Rides
    1

    Προεπιλογή ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΛΩΡΙΔΑ

    η αριστερη λωριδα ηταν η στηλη του Γιωργου Ν. Πολιτη στη τελευταια σελιδα του περιοδικου drive.
    Στηλη η οποια ειχε χιλιαδες αναγνωστες και εκανε πολλους απο εμας να ξεκιναμε το διαβασμα παντα απο τη τελευταια σελιδα.
    Τα κειμενα παντα απολαυστικα και με σωστη αισθηση του χιουμορ που μεσα τους ζωντανευουν στιγμες απο την ιστορια του αυτοκινητου και της μοτοσυκλετας..
    Σε αυτο το νημα και μιας και ξυπνησαν διαφορες αναμηνησεις της δεκαετιας του 90 οταν τυχαια "επεσα" πανω σε μια αναδημοσιευση της στηλης, θα προσπαθησω να μαζεψουμε εδω οσα περισσοτερα μπορουμε και εχουν σωθει απο την καταπληκτικη γραφιδα του Γιωργου Πολιτη.

    Να επισημανω οτι για την αντιγραφη χρησιμοποιηθηκαν διαφορα site οπως
    https://www.4tforum.gr/phpBB3/ και ειδικα το https://www.purediy.gr

    Για οσους δεν γνωριζουν τον Γιωργο Πολιτη λιγα λογια για το βιογραφικο του

    Ο Γιώργος Ν. Πολίτης γεννήθηκε το 1972 στην Αθήνα. Σπούδασε δημοσιογραφία και φιλοσοφία στην Ελλάδα και τη Βρετανία. Έχει συνεργασθεί με περιοδικά, εφημερίδες και τηλεοπτικές εκπομπές, ενώ από το 1996 διατηρεί τη στήλη «Αριστερή λωρίδα» στο περιοδικό DRIVE. Από το 2004 διδάσκει φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Αθηνων.
    Καθε βοηθεια στην αναδημοσιευση ευπροσδεκτη!
    ακολουθει φωτο του συγγραφεα της αριστερης λωριδας
    Attached Images Attached Images

  2. The Following 5 Users Say Thank You to Nino For This Useful Post:

    (B)e(M)y(W)ings (29-09-13), gant (31-08-13), Monsta (28-05-12), VanVIC (27-05-12), Κωνσταντίνος (28-05-12)

  3. #2
    Εγγραφή
    23-12-09
    Μηνύματα
    9.392
    Thanked
    16591
    Rides
    2

    Προεπιλογή

    η ενοτητα "telling stories" αφορα μονο κειμενα της ομωνυμης στηλης του νικολα ζαλμα, οποτε θα παρακαλουσα να μην μπαινουν αλλα θεματα.

    οσον αφορα τη στηλη του Ν. Πολιτη, με χαρα θα τη φιλοξενουσαμε κανοντας και αναλογη ενοτητα.
    πρεπει ομως ο φιλος γιαννης να ζητησει την αδεια του συγγραφεα.
    οταν εχουμε θετικη απαντηση ας μας ειδοποιησει να ανοιξει η ενοτητα.

  4. #3
    Εγγραφή
    23-12-09
    Μηνύματα
    6.185
    Thanked
    10610
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    ΟΚ, εγινε η μεταφορα, ισχυει βεβαια η επισημανση του Σταθη

  5. The Following User Says Thank You to Kostas_1 For This Useful Post:

    Stathis (27-05-12)

  6. #4
    Εγγραφή
    02-01-10
    Περιοχή
    Στη διαδήλωση του φραπέ
    Ηλικία
    54
    Μηνύματα
    11.740
    Thanked
    14747
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Κάποτε ο συγχωρεμένος ο Μουράτογλου σε μία από τις συζητήσεις μας, με είχε ρωτήσει να του πω τη γνώμη μου για τον Πολίτη. Περισσότερο τον απασχολούσε αν είχε 'κουράσει' το κοινό.





    Του είχα απαντήσει χωρίς κανένα δισταγμό, ότι ο Γιώργος είναι απλά RESPECT και να μη πειράξει ποτέ τη συγκεκριμένη στήλη.

  7. The Following 5 Users Say Thank You to Monsta For This Useful Post:

    Kostas_1 (28-05-12), Nino (28-05-12), PANOS-E60 (28-05-12), pilot (29-05-12), trueno (28-05-12)

  8. #5
    Εγγραφή
    28-12-09
    Περιοχή
    Πάτρα
    Ηλικία
    52
    Μηνύματα
    3.147
    Thanked
    4325
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα απο nino X3 Εμφάνιση μηνυμάτων
    .......η αριστερη λωριδα ηταν η στηλη του Γιωργου Ν. Πολιτη στη τελευταια σελιδα του περιοδικου drive.
    Στηλη η οποια ειχε χιλιαδες αναγνωστες και εκανε πολλους απο εμας να ξεκιναμε το διαβασμα παντα απο τη τελευταια σελιδα.....
    Aκριβώς έτσι ξεκίναγα την ανάγνωση του drive. Ανάποδα.
    Όπως επίσης και οι γελιογραφίες του Ιωάννου και ένα κόμικ στην προτελευταία (αν θυμάμαι καλά) σελίδα, μου διαφεύγει όμως ο τίτλος του.

  9. The Following 2 Users Say Thank You to Κωνσταντίνος For This Useful Post:

    Nino (28-05-12), pilot (29-05-12)

  10. #6
    Εγγραφή
    24-12-09
    Περιοχή
    Μαρουσι
    Μηνύματα
    6.857
    Thanked
    15098
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    ηρθε η ωρα να ξεκινησουμε την αριστερη λωριδα και τι πιο καλο ενα κειμενο για τον ελικα...



    η αριστερη λωριδα ηταν η στηλη του Γιωργου Ν. Πολιτη στη τελευταια σελιδα του περιοδικου drive.





    Φαινομένων απάτες


    Ο άνθρωπος έδειχνε ότι είχε περάσει ωραία στη ζωή του. Έμενε στο Καβούρι, πρώτη σειρά πάνω στη θάλασσα, και η 635 CSi που οδηγούσα ήταν δική του. Είναι το ωραιότερο coupe της BMW, με το σπόιλερ της Μ6 και δεκαεξάρες BBS αράχνες γίνεται ένα από τα ωραιότερα coupe του σύμπαντος. Στο φανάρι της Λίμνης στάθηκε δίπλα μας μια μαύρη 116.
    -Καλό αυτοκίνητο. Πήρε ένα στην κόρη μου, μα δεν έχει το πάτημα της Εξάρας, είπε.
    Συμφώνησα, χωρίς να το πολυσκεφτώ. Η 635 δίνει τη βαπορίσια αίσθηση των παλιών Jaguar και Mercedes. Όσο για την 116, δεν την είχα οδηγήσει, πάντως ως πισωκίνητο hatchback θα είχε κι αυτή τα προβλήματα της. Το αναγκαστικά κοντό μεταξόνιο και οι γενικώς μικρές διαστάσεις είναι καλά στοιχεία για drift challenge, όχι για σταθερότητα και νεκρική ακαμψία στις στροφές. Το τελευταίο hatchback που δεν σπινάριζε τους μπροστινούς τροχούς λεγόταν Talbot Sunbeam και πριν από 25 χρόνια ήταν η χαρά της πάντας. Σίγουρα η 116 θα ήταν πολύ πιο ζυγισμένη, μου γεννήθηκε όμως η επιθυμία να αποκτήσω προσωπική γνώμη. Έτσι ζήτησα μια για δοκιμή.
    Τα πρώτα χιλιόμετρα έγιναν στην πόλη. Εκεί διαπίστωσα ότι η ορατότητα πάσχει, το αυτοκίνητο είναι μεγαλύτερο απ' όσο νομίζεις και το μοτέρ δεν ακούει. Που σημαίνει ότι δεν μπορώ να κάνω σφήνες. Άρα έχω πρόβλημα. Υπάρχει μια άσκηση, η οποία δεν κάνει καλό στην υγεία των κινητήρων εσωτερικής καύσης, αλλά δείχνει τι ψάρια πιάνουν στον τομέα της απόκρισης στο γκάζι: είσαι στο φανάρι με νεκρά. Τερματίζεις το γκάζι όσο πιο γρήγορα μπορείς και όταν φτάσει στο στοπ σηκώνεις μονομιάς το πόδι σου. Ο σκοπός είναι να δείς πόσες στροφές σήκωσε το μοτέρ. Ο εικοσάχρονος 1500άρης boxer που οδηγώ κάθε μέρα, αγγίζει τις 3000. Επανέλαβα το ίδιο τρικ στην ολοκαίνουρια BMW. Πατούσα το γκάζι, εγκατέλειπα το πεντάλ, προλάβαινα να πατήσω τέρμα φρένο κι ακόμη δεν είχε κουνηθεί η βελόνα του στροφομέτρου. Άμα λέω ότι τα καινούρια είναι ψόφια...
    Βέβαια, ο boxer θέλει να παίζεις πιάνο με το πόδι για να μη σβήσει όταν είναι κρύος. Απεναντίας, η ηλεκτρονική διαχείριση του καυσίμου και της ανάφλεξης επιτρέπουν στους καινούριους κινητήρες να εργάζονται άκοπα σε κάθε περίπτωση σε όλες τις στροφές. Δουλεύουν λοιπόν από χαμηλά, χωρίς σκόρτσα και μπερδέματα, αλλά δεν ακούνε, ούτε χαμηλά, ούτε ψηλά, ούτε πουθενά. Για να το πω κομψά, το μοτέρ της 116 δεν ευνοεί αυτό που λέμε "σπορ οδήγηση". Παρ' όλα αυτά, κάτι με έψηνε ότι το αυτοκίνητο έκρυβε δυνατό χαρτί στο μανίκι. Η πρώτη βόλτα στα βουνά ήταν αποκάλυψη. Το τιμόνι της 116 επιβεβαιώνει την αρχή που λέει ότι μόνο όσα τιμόνια δεν κουβαλάνε ημιαξόνια μπορούν να προσφέρουν κορυφαία αίσθηση. Και να ήταν μόνο αυτό. Το πλαίσιο του αυτοκινήτου είναι μπετόν. Για να δώσεις τέτοια ακαμψία σε μια BMW E30, πρέπει να τη ράψεις και να της κολλήσεις cage 36 σημείων. Και η ουρά; Η ουρά δεν πάει πουθενά μόνη της. Ασφαλώς, ο 1600 δεν έχει δύναμη να την κουνήσει, αλλά ακόμη κι ύστερα από χυδαίες υπερβολές, η υπερστροφή έρχεται γλυκά και σε δόσεις. Κρίμα που η βασική έκδοση δεν φοράει τον 1800 της παλιάς Compact Ti. Θα ήταν δύο σκάλες πιο πάνω. Όσο περισσότερο πίεζα, τόσο περισσότερο εκτιμούσα την 116. Και τόσο περισσότερο ήθελα να ελέγξω μερικά χαρακτηριστικά του πλαισίου της για να μάθω πώς ένα πισωκίνητο hatchback κρατάει τόσο καλά. Σε τι διαφέρει από το καημένο το Sunbeam που σβούριζε από μακριά μόλις έβλεπε φουρκέτα;
    Γύρισα στο γραφείο και βούτηξα στο αρχείο. Η απάντηση κρύβεται στις διαστάσεις. Το Sunbeam έχει μεταξόνιο 2413 mm, ενώ αυτό της BMW φτάνει τα 2660 mm! Η διαφορά είναι τεράστια. Εντείνεται περισσότερο συγκρίνοντας τα μετατρόχια. Για το Sunbeam οι αριθμοί είναι 1341 και 1328, για την BMW 1484 και 1497! Το σιδηροδρομικό μεταξόνιο της 116 υπερβαίνει κατά πολύ τα 2560 της πρώτης Μ3.
    Διαθέτοντας ελάχιστους προβόλους, η 116 των 4220 mm συνολικού μήκους είναι μισό μέτρο κοντύτερη από τα 4755 mm της 635. Το εντυπωσιακό είναι πως σε κάθε άλλη διάσταση είναι μεγαλύτερη από αυτή, με μεταξόνιο 2630, μετατρόχια 1430 και 1460 αντίστοιχα!
    Ερώτηση: θα έβαζε ποτέ κανείς 1600άρι μοτέρ σε παλιά Εξάρα; Ξαφνικά, οι τρομεροί κάποτε, 260 ίπποι της Μ635 CSi δεν ξενίζουν κάτω απ' το καπό ενός "μικρού" hatchback. Μάλιστα ο 3λιτρος της 130 γίνεται εντελώς φυσιολογικός. Και μην κάνετε κουβέντα για το βάρος. Η εξακύλινδρη 130 ζυγίζει 1450 κιλά, 20 περισσότερα από την 635 CSi.
    Η διαπίστωση είναι πως το μέγεθος των αυτοκινήτων δεν μετριέται με τις εξωτερικές διαστάσεις. Αυτές ενδιαφέρουν μόνο στο παρκάρισμα. Οι ουσιαστικές διαστάσεις είναι το μεταξόνιο και τα μετατρόχια. Αυτές κάνουν ένα αυτοκίνητο μικρό ή μεγάλο. Και η 116 είναι πιο μεγάλη από την 635. Επειδή φαινόταν πιο μικρή, ο κύριος στο Καβούρι επηρεάστηκε και πίστεψε ότι δεν πατάει καλά.
    Βέβαια, αν η 635 που πουλούσε δεν ήταν πράσινη και αυτόματη, θα την είχα αγοράσει επί τόπου και τώρα δεν θα συζητούσαμε για την καινούρια.




    Στιγμές από την ζωή ενός Fulda

    Όταν βγαίνουν από τη γραμμή παραγωγής, μαύρα γυαλιστερά με μυρωδιά φρέσκου καουτσούκ, τα λάστιχα των αυτοκινήτων δεν έχουν ιδέα για το πώς θα περάσουν τη ζωή τους. Πολλά από αυτά μπαίνουν σε γιαπωνέζικα sedan μπαρμπάδων με τραγιάσκα, ή σε γαλλικά hatchback δεσποινίδων που παρκάρουν με το αυτί. Έτσι η ζωή τους περνάει εντελώς βαρετά, δίχως ένα σπινάρισμα, ένα γλίστρημα, μία μπούκα. Στον παράδεισο των πεταμένων ελαστικών, εκεί που στοιβάζονται για αναγόμωση, στέκουν άφθαρτα, ξεκούραστο, δεν έχουν καμιά ιστορία να διηγηθούν. Ανάμεοά τους όμως υπάρχει κι ένα ξεχειλωμένο Fulda 205/50-15, που θα έχει βαρεθεί να λέει τις εμπειρίες του.

    Ήταν μέρος μιας τετράδας, όχι βεβαίως της «τετράδος της ξακουστής του Πειραιώς», της ρεμπέτικης κομπανίας που μεγαλούργησε το μακρινό 1932 στην Ανάσταση Πειραιώς, αλλά αυτής των ελαστικών που φορέθηκαν εξήντα χρόνια αργότερα σε μια Lanca Delta Integrale 16V οε βουλκανιζατέρ του Σαουθάμπτον. Ο κάτοχος της, ο Γιώργος, έκανε μαζί τους ντουζίνες γύρων σε ένα από τα πρώτα track-days που γίνονταν τότε στο Γκούντγουντ. Το κυνήγι διαφόρων 911 και TVR ήταν γεμάτο ρίσκα που ταλαιπώρησαν όλα τα λάστιχα, όμως το περί ου ο λόγος είχε την ατυχία να βρίσκεται μπροστά αριστερά και να φάει όλο το ζόρι του απαιτητικού δεξιόστροφου σιρκουί.

    Στη συνέχεια η ίδια τετράδα έκανε μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα στους τραχείς σαν γυαλόχαρτο δρόμους της Νότιας Αγγλίας, ώσπου ο Γιώργος ετοιμάστηκε για τη θερινή επιστροφή στην Ελλάδα.'Εβαλε τα λάστιχα μπρος-πίσω και, σε μια μνημειώδη νυχτερινή κατάβαση όπου λίγο έλειψε να ανατινάξει το μοτέρ, έκανε Καλαί-Ανκόνα σε 12 ώρες και γύρισε στα πάτρια. Εκεί, στις ανηφοριές των γαλλικών Άλπεων, το λάστιχο μας άφησε το τελευταία χιλιοστά του πέλματός του.

    Λίγες ημέρες αργότερα, η Deltona απογειώθηκε σε μια κλειστή δεξιά στην Επίδαυρο, έσκασε πάνω σε κάτι πεύκα, το μουαγιέ του πίσω αριστερού τροχού κόπηκε στεγνά και η ζάντα μαζί με το Fulda εγκατέλειψαν το χώρο του δράματος. Τα βρήκαμε σε κάτι πουρνάρια δυο γκρεμούς παρακάτω μαζί με κάτι άλλα συντρίμμια και τα περιμαζέψαμε. Η ζάντα είχε ραγίσει, το λαστιχάκι όμως δεν έδειχνε να έχει καταλάβει τίποτα.
    Οταν ύστερα από μήνες η Alfetta GTV , που ήταν το επόμενο αυτοκίνητο του φίλου, έμεινε από λάστιχο, βρήκαμε το ίδιο Fulda
    στο γκαράζ και το ζαντάραμε στην αλουμινένια Campagnolo. Στον ένα χρόνο που έμεινε φορεμένο στη GTV, μόνο στο παρκάρισμα κύλησε ευθύγραμμα.

    Η τελευταία φορά που το είδα εν δράσει ήταν το χειμώνα του '93 στα Σπάτα. Πριν γίνει το αεροδρόμιο, ο χώρος ήταν μια αχανής φλαταδούρα με καλό πατημένο χώμα. Είχαμε χαράξει μια πιστούλα, δύο οχτάρια γύρω από κάτι μισογκρεμισμένες παράγκες. Ατέλειωτες πάντες, φλικαρίσματα και ανεξέλεγκτα ντριφτ, ήταν η παιδική χαρά του εικοσάχρονου.

    Κάποια φορά, ύστερα από ώρες λιωσίματος της Τζιτίβας, το λινά του Fulda παρέδωσαν το πνεύμα. Πετάχτηκαν έξω κι άρχισαν να κοπανάνε κάνοντας τούκου-τούκου στο θόλο. Ο Γιώργος συνέχισε για λίγο ακόμη τα σβουρίδια έως ότου τελικά αποφασίσαμε να γυρίσουμε στην Αθήνα, χωρίς να περάσουμε τα 100 km/h για λόγους ασφαλείας.

    Μια εβδομάδα αργότερα το αλλάξαμε με ένα Pirelli που βρήκαμε πεταμένο έξω από ένα λαστιχάδικο στην Αμφιθέας. Το παλιό θα το δίναμε ο' ένα φίλο που είχε ένα 124. Αυτός είχε μόλις μπιελάρει το δίλιτρο μοτέρ του και ο διάδοχος 1.500άρης Lada δεν πάντιαζε με τίποτα, οπότε το τιμημένο Fulda θα τον βοηθούσε. Μόλις το έβαζε θα ήταν σαν να είχε πάρει τριάντα άλογα

    Δυστυχώς το Fiat δεν εμφανίστηκε στο καθορισμένο ραντεβού, η GTV τράκαρε με τρόλεϊ την επομένη, παροπλίστηκε, και το φυτιλιασμένο 15άρι ξεχάστηκε στο σκουριασμένο της πορτμπαγκάζ.

    Από τότε πέρασαν κοντά δέκα χρόνια, και άλλα τόσα ιταλικά ερείπια απ' τα απαλά χεράκια του φίλου, μέχρι να επισκευαστεί προχείρως, με την καλλιτεχνική μέθοδο σφυρί-καλέμι-στόκος-εφημερίδα, η GTV. Τότε ξαναείδαμε και το Fulda. Σε μια κρίση ρομαντισμού πρότεινα να το περιθάλπαμε, να το πλέναμε, να το καθαρίζαμε και να το κρεμάγαμε ψηλά στο γκαράζ ως φόρο τιμής στις ημέρες που έφυγαν σπινάρονιας, όμως ο άκρατος υλισμός του Γιώργου επικράτησε.

    Πήρε λοιπόν ό,τι απέμενε από το πάλαι ποτέ γυαλιστερό καουτσούκ και το έδεσε στην κουπαστή της βάρκας του για να μην τρίβεται το ξύλο στους ντόκους. Ώσπου κάποια στιγμή, λύθηκε το σκοινί που το κρατούσε, μια καντηλίτσα που δεν έγινε σωστή, και το ένδοξο Fulda χάθηκε για πάντα, μια νύχτα καλοκαιριού στις θάλασσες του Ιονίου.




    για την αντιγραφη χρησιμοποιηθηκαν διαφορα site οπως
    https://www.4tforum.gr/phpBB3/ και ειδικα το https://www.purediy.gr
    Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη aristent : 29-08-13 στις 21:19

  11. The Following 10 Users Say Thank You to Nino For This Useful Post:

    aristent (29-08-13), Bazil Van Sinner (29-08-13), doctore (29-08-13), freddys (30-08-13), gant (31-08-13), Kostas_1 (30-08-13), pilot (29-08-13), trueno (29-08-13), wheelman (29-08-13), Κωνσταντίνος (29-08-13)

  12. #7
    Εγγραφή
    24-12-09
    Περιοχή
    Μαρουσι
    Μηνύματα
    6.857
    Thanked
    15098
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Barbie

    Γνώρισα την barbie ένα φεγγάρι που δούλευα στο ραδιόφωνο. Ξανθιά, στα είκοσι, με διαστάσεις 90-60-90 και πρόσωπο εξώφυλλο της vogue, ήταν η φαντασίωση του σταθμού.
    Οταν με ρώτησε αν τα ψευδοεντούρο είναι κάτι σαν το ψευδοκράτος του Ντεκτάς, νόμισα ότι είχε χιούμορ. Σύντομα κατάλαβα ότι το εννοούσε. Δεν είχε χιούμορ. Δεν είχε εγκέφαλο.
    Μαθαίνοντας ότι είχα σχέση με τα αυτοκίνητα άρχισε να με ζαλίζει για κάποιον Μάκη με ένα Saxo. To είχε χαμηλώσει με ελατήρια Eibach, είχε βάλει μπούκα, έκανε χειρόφρενα με 200, ήταν γενικώς ατρόμητος τύπος. Δεν εντυπωσιάστηκα . Ολοι οι εικοσάχρονοι είναι ατρόμητοι κι ο τύπος που έχει μάθει στην γκόμενα του τι ελατήρια φοράει το Saxo του, είναι για τα μπάζα.
    Μια μέρα που έβρεχε ζήτησε μετά την δουλειά, να την πάω σπίτι της στη Γλυφάδα. Θα έκανα κύκλο για να γυρίσω στο δικό μου στην Πλάκα, δέχτηκα όμως πιστεύυοντας ότι μια βόλτα με τη Veloce στη βροχή θα αρκούσε για να μην ξανακούσω λέξη για τον Μάκη, το Saxo και τους εφτά νάνους. Ετσι κι έγινε. Την έσφιξα με τις τεσσάρες ζώνες, της είπα να μη φωνάζει γιατί το μοτέρ έκανε θόρυβο και ούτως ή άλλως δεν την άκουγα και πήγαμε ως την μπιφτεκούπολη με τις πόρτες.
    Κάποια στιγμή με ερωτεύτηκε και οι βόλτες με τη Veloce-που ποτέ δεν έμαθε να την λέει σωστά λέγοντάς την πάντα Βελότσα όπως γαλότσα-έγιναν συχνές. Δεν μπόρεσε να μάθει να μην φοβάται, λίγο-λίγο όμως σταμάτησε να ουρλιάζει.
    Μια φορά άκουσε το Satisfaction στο ράδιο και φώναξε χαρούμενη:
    -Το ξέρω αυτό, ποιός το τραγουδάει?
    -Ο Mick Jagger, είπα.
    -Και αυτόν τον ξέρω, συνέχισε.
    Ηταν ίσως η πρώτη φορά που ήξερε κάτι που δεν είχε να κάνει με κραγιόν ή εσώρουχα, έτσι εντυπωσιασμένος ρώτησα πώς τον ήξερε, για να πάρω την δολοφονική απάντηση:
    -Τον έχω δει στο Beverly, είχε έρθει σαν γκεστ.
    Με κάτι τέτοια παρα το εκθαμβωτικό περιτύλιγμα, άρχισα να βαριέμαι. Εψαχνα δικαιολογίες για να μη βγούμε, έχω δουλειά ψαροντούφεκο, ιλαρά, τα είχα πει όλα. Ενα βράδυ Σαββάτου επέμενε, δεν είχα τι να πω, έτσι είπα αυθόρμητα,φεύγω, πάω στην Καλαμάτα. Συνέχισε την κουβέντα.
    Υστερα από δέκα λεπτά, ρώτησε τι ώρα θα βγαίναμε.
    -Δεν σου είπα ότι θα πάω στην Καλαμάτα?
    -Εντάξει, να βρεθούμε στη μέση, που είναι η Καλαμάτα προς τη Γλυφάδα ή προς την Πλάκα?
    Αποσβολώθηκα.
    -Κορίτσι μου, είπα, ξέρεις πού είναι η Κόρινθος?
    -Ναι, έκανε εκείνη.
    -Το Ναύπλιο. η Τρίπολη? Συνέχισα εγώ.
    -Ναι, ναι, ξαναείπε.
    -Ε, η Καλαμάτα είναι ποιό μακριά, έκανα.
    -Δηλαδή θα γυρίσεις αργά το βράδυ? Ξαναρώτησε η Barbie.
    Κάπου εκεί το ειδύλλιο έληξε. Εγώ γύρισα στην ηρεμία μου και η Barbie στον Μάκη. Μου κράταγε μούτρα ώσπου κάποια στιγμή μου ζήτησε να την γυρίσω σπίτι. Μπαίνοντας στο αυτοκίνητο άρχισε η εξομολόγηση.
    -Μου ζήτησε ο Μάκης να βγούμε, είπε, βγήκαμε και δεν φοβήθηκα καθόλου. Γέλαγα. Με ρώτησε γιατί γελάω και του είπα ότι έβγενα με ένα παιδί με μια Bελότσε(το παιδί με σκότωσε, τουλάχιστον είπε το όνομα σωστά), που είχε 200 άλογα(αυτό το πρόσθεσε μόνη της) κι έκανε κανονικές πάντες χωρίς χειρόφρενο(απίστευτη επισήμανση), οπότε κάνε ό,τι θες, δεν φοβάμαι πια, και συνέχισα τα γέλια.
    Σκέφτηκα τον απεγνωσμένο Μάκη να δοκιμάζει τα πάντα και το μωρό να χαχανίζει, ιδανική συνταγή για πολύνεκρο: ένας μεγαλύτερος που τα έχει κάνει όλα καλύτερακαι πριν από εσένα. Θυμάμαι το συναίσθημα.
    Στο Λύκειο έιχα ένα πενηντάρι Beta μοτοκρός και πέτυχα τον Αντώνη, τον πρώην της καλής μου, πάνω σε ένα αστραφτερό εξακοσάρι Tenere. Εδειξε το μηχανάκι μου και με ρώτησε από πού πέρνει καφέ, εννοώντας προφανώς, ότι ήταν καβουρδιστήρι. Του απάντησα φυσικότατα ότι ένα καθαρόαιμο ιταλικό πενηντάρι είναι χίλιες φορές καλύτερο από ένα γιαπωνέζικο υποκατάστατο και ότι προτιμούσα να περπατήσω παρά να καβαλήσω ένα μηχανάκι που λέγεται ψευδοεντούρο(να το πάλι αυτό).
    Του τσάκισα τα νεύρα, η ψυχή μου ήξερε ότι κατά βάθος ήθελα να του τσακίσω τα μούτρα.
    Φτάσαμε στο σπίτι της Barbie, κατέβηκε, ήρθε στη μεριά μου, έσκυψε και με φίλησε. Ξαφνιάστηκα με την απρόσμενη κίνηση. Τότε πρόσεξα ένα Saxo παρκαρισμένο απέναντι, και μια ντουζίνα γόπες κάτω απ'το παράθυρο, σημάδι ότι ο Μάκης περίμενε εκεί για ώρες.
    Είχα πέσει θύμα σεναρίου για σπάσιμο στον Μάκη. Ο μάκης η Barbie και εγώ. Εγώ, η Σοφία και ο Αντώνης. Η ιστορία επαναλαμβάνεται.
    Η Barbie με το αγαλματένιο κορμί και τη ελλειματική νοημοσύνη μας είχε τυλίξει στον ιστό της. Σκέφτηκα να του μιλήσω, να τον καθησυχάσω,
    κι ύστερα θυμήθηκα ένα άλλο περιστατικό και πείστηκα ότι δεν χρειάζονται παρεμβάσεις, τα πράγματα παίρνουν νομοτελικά το δρόμο τους.
    Λίγους μήνες μετά το συμβάν με το καβουρδιστήρι, είχα δει τον Αντώνη σε ένα φανάρι. Είχε ακόμη το ίδιο Tenere, μόνο που εγώ είχα ένα Guzzi Le mans 1000.
    Mε γνώρισε, έγνεψε, γεια, '' να χαίρεσαι το κίτρινο μπρίκι σου'', απάντησα. Το φανάρι άναψε, άφησα το συμπλέκτη στις 7000 και χάθηκα σ'ένα σύννεφο λιωμένου Pirelli Phantom που τρυπούσαν οι φλόγες από τις ανοικτές Lafranconi στροβιλισμού.
    Αν λοιπόν κάποιο βράδυ με περάσει διπλωμένο κανένα Evo ξερνώντας φλόγες με 300, θα ξέρω πώς ίσως να είναι ο Μάκης που ενηλικιώθηκε.




    Samurai

    Η πρώτη φορά που άκουσα αυτό τον παράξενο ήχο ήταν πριν από δέκα-δώδεκα χρόνια, στο συνεργείο μοτοσικλετών που έπινα καφέ τα πρωινά πριν από το σχολείο. Ο μάστορας άφησε την κούπα στο τραπέζι και γύρισε το βλέμμα προς το δρόμο: Ένας πρωτόγνωρος θόρυβος, σαν μια ντουζίνα κατσαρόλες γεμάτες καρφιά να κατρακυλάνεμια μεγάλη λαμαρινένια κατηφόρα, ερχόταν από την πλατεία. Σε λίγο μια πράσινη μοτοσικλέτα τυλιγμένη σε πυκνό δίχρονο καπνό σταματούσε μπροστά μας. Ένα τρικύλινδρο Kawasaki Mach III 500, από αυτά που πέρασαν -λανθασμένα- στην ιστορία ως Samurai.
    Ο οδηγός ήταν ένας νεαρός με μακριά λαδωμένα μαλλιά και εργατική φόρμα. Άρχισε να μας λέει ότι η μηχανή ήταν του αδερφού του και την είχε παρατημένη χρόνια σε μια αποθήκη. Ζούσε πια μόνιμα κάπου στη Θράκη, είχε παντρευτεί, δεν σκόπευε να επιστρέψει στην Αθήνα κι έτσι αποφάσισε να τη χαρίσει στο μικρό του αδερφό. Εκείνος την έβαλε μπροστά με τη βοήθεια ενός φίλου του και τώρα την έφερνε στο συνεργείο για ένα γενικότερο μάζεμα.
    "Είναι πολύ ζόρικη αυτή μηχανή: έως τις 7000 σέρνεται και στις 7500 σου πετάει όλη τη δύναμη στο κεφάλι, ξέρεις να οδηγείς καλά;", τον ρώτησε ο μηχανικός.
    "Ξέρω, πώς δεν ξέρω", έκανε ενοχλημένα ο νεαρός, την άφησε για service και έφυγε.
    Έφυγα κι εγώ για το σχολείο. Τον ξαναείδα λίγες μέρες αργότερα, στην πλατεία, με το ίδιο λαδωμένο μαλλί, την ίδια εργατική φόρμα κι ένα φρέσκο γύψο στο αριστερό χέρι.
    Ξαναπήγε τη μηχανή στο συνεργείο, τη φτιάξανε, της έβαλαν καινούρια λάστιχα και του είπαν πάλι να προσέχει.
    Ύστερα από μερικές εβδομάδες, ένα τρίκυκλο ξεφόρτωσε στο συνεργείο τα υπολείμματα του παλιού Kawasaki. O στραβός σκελετός, τα κομμένα καλάμια, η ζάντα που είχε γίνει οχτάρι, μαρτυρούσαν ότι η τούμπα ήταν γερή.
    "Είναι καλά ο μικρός;", ρώτησε ο μάστορας.
    "Μια λάμα στο πόδι, αλλά είναι εντάξει, θέλει να του φτιάξεις το Samurai", είπε ο φίλος του, που είχε έρθει συνοδεία για τη μεραφορά.
    "Όχι αγόρι μου", απάντησε τότε ο μάστορας. "Δεν το φτιάχνω, και αν είσαι φίλος του παιδιού να πας να το πετάξεις", συνέχισε και ξανάριξε τη μοτοσικλέτα στο τρίκυκλο.
    Έκανα πολλά χρόνια να ξαναδώ Mach III και να ακούσω τον αλλόκοτο ήχο του αερόψυκτου τρικύλινδρου δίχρονου κινητήρα.
    Ένα από τα τελευταία κυριακάτικα μεσημέρια του καλοκαιριού, έπινα καφέ σε μια επαρχιακή καφετέρια δίπλα στο κύμα, όταν πήρε το αυτί μου μια συζήτηση από ένα διπλανό τραπέζι. Μια παρέα έλεγε κάτι για μηχανάκια και λεφτά, ή κόντρα στήνανε ή κάτι πουλάγανε. Τον ένα από αυτούς τον ήξερα, ο Λάρυ με τη σκαμμένη μούρη και το δολοφονικό ύφος κρυμμένο κάτω από τα νταβατζιλίδικα Rayban με το κοκκαλάκι, εμπορία λευκής σαρκός και κόνεως ήταν οι συνηθισμένες του ασχολίες.
    Απ' ότι κατάλαβα, είχε μόλις βγεί από το κελί και έψαχνε για μοτοσικλέτα. Ο τύπος που την προξένευε, χοντρός, τεράστιος, είχε μια φάτσα χαρακωμένη και μια αλυσοδεμένη καρδιά τατουάζ, χτυπημένο στο μπράτσο. Σαν να τους είχες βγάλει από ταινία του Ταραντίνο οι δυο τους, και από δίπλα ένας κοντός και αδύνατος, αυτός ήταν μάλλον ο ιδιοκτήτης της μοτοσικλέτας, τον είχαν εκεί στην άκρη και δεν μίλαγε.
    "Το έχεις δει το μηχανάκι, το ξέρεις", έλεγε ο χοντρός στον Λάρυ, "θα στο φέρω αύριο στις πέντε από εδώ, αλλά παντού το ξέρουν, είναι το Samurai με τους εφτά σταυρούς".
    Τότε κατάλαβα ότι μιλούσαν για τον τοπικό θρύλο της δεκαετίας του '70, με τις εφτά χαρακιές στο ρεζερβουάρ, μια για κάθε αναβάτη που είχε στείλει στον άλλο κόσμο. Έτσι την άλλη μέρα, όλη η παρέα στήσαμε κερκίδα από νωρίς στην καφετέρια, περιμένοντας το Samurai με τους εφτά σταυρούς.
    Έφτασε ο Λάρυ με ένα φίλο του, με μια παλιά τριάρα BMW. Φορούσε σαγιονάρες και σορτσάκι, ότι πρέπει για να οδηγήσεις την πιο ανατριχιαστική μοτοσικλέτα του πλανήτη, σκέφτηκα. Ήταν παρέα με δυο ξανθιές δίμετρες, έκατσαν στο διπλανό μας τραπέζι και παρήγγειλαν ουίσκι με φυστίκια. Σε λίγο ακούστηκε το καβούρδισμα του δίχρονου αερόψυκτου κινητήρα, όλοι γυρίσαμε προς τα εκεί και αμέσως μετά εμφανίστηκε η ίδια η κόλαση.
    Μοτοσικλέτα μαύρη, με εφτά κόκκινους σταυρούς χαραγμένους στο ρεζερβουάρ, δίχως σέλα, κοκκοβιό, φώτα, όργανα και φτερά, έμοιαζε βγαλμένη από εξώφυλο του Ozzy, ο Τρόμος ο ίδιος. Ο κοντός ξεκαβάλησε και από ένα αγροτικό που ερχόταν από πίσω βγήκε ο χοντρός και δυο άλλοι. Ο Λάρυ άφησε τις γυναίκες στο τραπέζι και περπάτησε αργά-αργά προς τη μοτοσικλέτα.
    "Τέσσερα κατοστάρικα", έκανε ο χοντρός.
    "Τα κλειδιά", έγνεψε ο Λάρυ.
    Ο κοντός του τα έδωσε με ένα δισταγμό, "ξέρεις να οδηγείς;", ρώτησε με αφέλεια -"ή βιάζεσαι να πεθάνεις;" μουρμούρισα εγώ.
    Ο Λάρυ κατέβασε τη μανιβέλα και μικρά σύννεφα καπνού άρχισαν να βγαίνουν από τις εξατμίσεις.
    "Θα πάω μια ως το λιμάνι. Αν έχει γκάζι, πάει καλά, τετρακόσια. Αν δεν έχει έλα από εκεί να το πάρεις, δε γουστάρω τα μηχανάκια που δεν πάνε, κατάλαβες;" είπε στον κοντό.
    Ο χοντρός κάτι μούγκρισε, ο Λάρυ έβαλε πρώτη, άφησε το συμπλέκτη και ξεκίνησε. Έβαλε δευτέρα πολύ νωρίς, ο καπνός πύκνωσε, το μοτέρ άρχισε να μπερδεύει και να μπουκώνει, κι εκείνος γύρισε προς το μέρος μας και έκανε μια κίνηση με το αριστερό του χέρι σαν να έλεγε "δεν πάει το ρημάδι". Ο χοντρός κοίταζε απορημένος τον κοντό και εκείνος με όλη του τη δύναμη ούρλιαξε:
    "Γκάζι, γκάζι".
    Τότε ο Λάρυ άνοιξε όλο το γκάζι, το μοτέρ πνίγηκε στη στιγμή, σαν να έσβησε, και αμέσως μετά ακούστηκε να καθαρίζει. Στο επόμενο καρέ, το Samurai με τους εφτά σταυρούς τινάχτηκε στον αέρα, μια σούζα κάθετη, λαμπάδα όρθια, και ύστερα το καπάκι, η μηχανή να σέρνεται σε ένα χαμό από σπίθες και ο Λάρυ να φέρνει τούμπες, αλλού αυτός, αλλού οι σαγιονάρες, αλλού τα Rayban με το κοκκαλάκι.
    Όταν όλα σώπασαν, ο κοντός άρχισε να τρέχει προς τη μηχανή, ο χοντρός και οι δικοί του πλάκωσαν στις κλωτσιές τον Λάρυ, όπως σηκώθηκε μεσ' στα αίματα από τον δρόμο, ο φίλος του πάλευε να τον βοηθήσει, έφαγε μερικές γερές και αυτός. Στο τέλος, τους τσουβαλιάσανε στην τριάρα και αυτοί έφυγαν, αφήνοντας τις ξανθιές αμανάτι στην καφετέρια με τα ουίσκι και τα φυστίκια. Είχα μείνει στην πόρτα, μην ξέροντας τι να πρωτοκοιτάξω, όταν από τη μεριά του λιμανιού ακούστηκε και πάλι ο χαρακτηριστικός τσίγκινος ήχος του Samurai με τους εφτά σταυρούς. Στάθηκε για μια ακόμη φορά ανίκητο, πήρε μπρος, ξεκίνησε με τις πάντες και χάθηκε στο βάθος του δρόμου, τυλιγμένο στους γαλάζιους καπνούς του.




    Γ. Πολίτης

  13. The Following 9 Users Say Thank You to Nino For This Useful Post:

    doctore (29-08-13), freddys (29-08-13), gant (31-08-13), katsaraios (29-08-13), Kostas_1 (30-08-13), pilot (29-08-13), strof (29-08-13), trueno (29-08-13), Κωνσταντίνος (29-08-13)

  14. #8
    Εγγραφή
    24-12-09
    Περιοχή
    Μαρουσι
    Μηνύματα
    6.857
    Thanked
    15098
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Cheers!

    Στα αμερικάνικα φιλμ του 70, έβλεπα συχνά κάτι παρακμιακές μάντρες αυτοκινήτων. Αλάνες με χαλίκι ανάμεσα σε ψηλά κτίρια, σαραβαλιασμένα ερείπια στοιβαγμένα με ένα ταμπελάκι με την τιμή στο ταμπλό τους. Μπροστά, εκείνοι οι ψηλοί συρμαπόπλεκτοι φράκτες, πou στις τανίες ο καλός σκαρφαλώνει για να σωθεί από τους κακούς που τον καταδιώκουν πυροβολώντας. Μια τέτοια μάντρα είχε στήσει και ο Τζεφ σε μια φτωχογειτονιά του Κάρντιφ. Το γραφεία του ήταν ένα τροχόσπιτο, που όρθιος δεν χώραγες αν ήσουν πάνω από ένα ογδόντα. Είχε ένα μικρό τραπέζι, δυο καρέκλες και μια σόμπα. Εκτός από εμπόριο φτηνών αυτοκινήτων, ο Τζεφ είχε και δυο παλιές άσπρες Rolls-Royce, που τις νοίκιαζε για γάμους. Νοίκιαζε και, κανονικά αυτοκίνητα, κάτι ρημάδια Montego και Maestro. Το καθένα από δαύτα ήταν μια ιστορία από μόνο του. Είχα πάρει μια φορά ένα Maestro με πρόβλημα στο κιβώτιο, δεν κούμπωνε πρώτη και δευτέρα. Παλεύοντας να ξεκινήσω με τρίτη πατιναριστή στο φανάρι μιας μεγάλης ανηφόρας, τα τίναξε ο δίσκος. Δημιούργηθηκε κυκλοφοριακό κομφούζιο, είχα κόψει την κίνηση της πόλης στα δύο. Πολύ όμορφη εμπειρία, που ωχριά βεβαίως μπροστά οε εκείνη που είχα με ένα αυτόματο Montego. Το κλειδί δεν εφάρμοζε καλά στο διοκόπτη. Στις αριστερές στροφές έβγαινε από τη θέση του και έπρεπε να το σπρώχνεις με το πόδι να μην πέσει. Πώς πήγαμε, χωρίς να κλειδώσω το τιμόνι, έως το Μπρίστολ, ένας θεός το ξέρει.

    Μια άλλη φορά ψάχναμε μέ για να πάμε στο σαλόνι αυτοκινήτου του Μπέρμιγχαμ. Ο Τζεφ μας έδωσε ένα κόκκινο Escort, συμπαθητικό, μόνο που στην πρώτη γρήγορη καμπή της εθνικής ξεκούμπωσε η μπροστά ζανφόρ. Δεν πείραζε που κούναγε ίσο-ίσα έδινε ενδιαφέρον στην οδήγηση, αλλά κάπου κοπάναγε και έκανε σπαστικό θόρυβο, κουφοί φτάσαμε στην έκθεση.

    Επιμέναμε να νοικιάζουμε από τον Τζεφ, και γιατί με δέκα λίρες την ημέρα ήταν η φτηνότερη μάντρα του Νησιού, αλλά και γιατί ο ίδιος ήταν απίστευτα γραφικός. Πήγαινα κάτι μεσημέρια του χειμώνα, καθόμασταν στο τροχόσπιτο και πίναμε τσάι με κονιάκ. Τα χέρια κοντά στη σόμπα, τα τζάμια θολά και ο Τζεφ, με την καρό τραγιάσκα και το κλασικό του τραύλισμα, να λέει ιστορίες για αυτοκίνητα. Για το καμάρι της Rover του 70, το SD1. Αυτά είχαν ένα πρωτόλειο check panel, που όταν κάτι χαλούσε, μια μαγνητοφωνημένη φωνή ανακοίνωνε τη βλάβη. Μόνο που επειδή το μοτέρ τους, ο αλουμινένιος V-8, προοριζόταν για την Αμερική, η φωνή είχε τεξανή προφορά. Τα SD1 σκούριαζαν με μοναδική ευκολία, κι έτσι, λίγο-λίγο, η υγρασία γέμιζε το χώρο γύρω από κεντρική μονάδα αυτού του πράγματος. Το αποτέλεσμα ήταν να χαλάει και να μπαίνει σε λειτουργία η κασέτα χωρίς να προηγηθεί βλάβη. Και μάλιστα, εξ αιτίας -προφανώς- κάποιου ηλίθιου αμερικανικού κανονισμού ασφαλείας, δεν υπήρχε τρόπος να σταματήσει η εκφώνηση.Έτσι, στα περισσότερα SD1, μετά τον δεύτερο χρόνο κυκλοφορίας τους, στα καλά καθούμενα, μια γυναικεία φωνή με τεξανή προφορά, πληροφορούσε τον κάτοχο ότι πρέπει να πάει για service, ότι τα τακάκια θέλουν άλλαγμα ή ότι έχουν λιγοστέψει επικίνδυνα τα λάδια στο κάρτερ. Ο μόνος τρόπος να σταματήσει το μαρτύριο ήταν να αποσυνδεθεί η μπαταρία.

    Εκείνη την εποχή είχα βγάλει πολλά λεφτά, πουλώντας πόλους ταχείας απασφαλίσεως για μπαταρίες, έλεγε τραυλίζοντας
    ο Τζεφ, εάν δεις κανένα Rover, άνοιξε και δες, όλα τέτοιον έχουν.
    Όποτε δεν μίλαγε για αυτοκίνητα, έλεγε γκομενοιστορίες. Ξεκίναγε οπό το καλοκαίρια στην Κρήτη πριν από τριάντα
    χρόνια «που με άλλη κοιμόσουν και με άλλην ξύπναγες το πρωί», και κατέληγε σε πρόσφατα περιστατικά με μεθυσμένες σερβιτόρες σε συνοικιακές pub. Βέβαια, στη ζωή του υπήρχε και σύζυγος, η Σούζυ. Έμοιαζε ότι θα ήταν θεά στον καιρό της, όμως τα σημάδια από τις καταχρήσεις ήταν έκδηλα πάνω της. Ενώ ο ίδιος κυκλοφορούσε με τα διάφορα άθλια νοικιάρικα, εκείνη βολτάριζε με μια παλιά Esprit, ένα αυτοκίνητο που στην Αγγλία οδηγούν πια μόνο νταβατζήδες και προπονητές ποδοσφαιρικών ομάδων τρίτης εθνικής.
    «Δεν με αφήνει να πάρω τη Lotus, γιατί λέει θα κυνηγάω γυναίκες. Δεν έχει κι άδικο, άμα πιω ένα ποτήρι τις θέλω όλες, μέχρι και τον καναπέ που είχα στο γραφείο μου τον πέταξε για να μην τις φέρνω εδώ. Είδες τα δαχτυλίδια που της έχω πάρει; Κάθε κέρατο που μάθαινε, της έπαιρνα και από ένα για να καλμάρει», μουρμούριζε ο Τζεφ.
    «Τόσα πολλά», του απαντούσα, γιατί ήταν φορτωμένη σαν λατέρνα η Σούζυ. «Έχει και αλλά, πολλά, αλλά δεν έχει άλλα δάχτυλα για να τα βάλει», τραύλιζε πάλι εκείνος.
    Γυρνώντας με ένα φίλο από ξενύχτι, πέντε ή ώρα το πρωί, περάσαμε από τη μάντρα να δούμε εάν είχε τίποτα καλό ο Τζεφ. Για κάποιο λόγο, η συρματένια πόρτα ήταν ανοικτή. Την είχαν παραβιάσει ουκ ολίγες φορές, και μάλλον κάτι τέτοιο συνέβαινε και τώρα. Πλησιάσαμε πιο κοντά, και τότε άνοιξε η πίσω πόρτα της μιας από τις δύο Rolls, που ήταν παρκαρισμένες πρώτη μούρη στην αυλή. Βγήκε μια χοντρή, ταλαιπωρημένη ύπαρξη με λαμέ φούστα και κάτι πούλιες σε ένα κόκκινο μπουστάκι, που κράταγε ένα μικροσκοπικό λιλά τσαντάκι, σε τάχαμου απομίμηση δέρματος φιδιού. Είχε την κλασική διάπλαση και τα χοντροκομμένα χαρακτηριστικά που έδωσαν στις γυναίκες της κοιλάδας της Rhonda το όνομα valley commando. Άναψε τσιγάρο με ένα γυαλιστερό χρυσό αναπτήρα, μας πέταξε ένα "Hi boys", μπήκε σε ένα τρακαρισμένο Fiesta και έφυγε με σηκωμένο το took και το ηίαω καζανάκι της εξάτμισης να σέρνεται στο δρόμο.
    Την ίδια στιγμή, από την πόρτα της Rolls ξεπρόβαλε ο Τζεφ με ένα μπουκάλι τζιν στο χέρι.
    «Ω, οι Ελληνες φίλοι μου», φώναξε, «ελάτε, να πιούμε κάτι».
    «Δεν έμοιαζε με τη Σούζι η κυρία», του είπα.
    «Ευτυχώς», έκανε γελώντας εκείνος.
    «Τι ευτυχώς», συνέχισα, «μαύρα χάλια ήτανε, πού τις πετυχαίνεις;»

    Και τότε ο Τζεφ, δείχνοντάς μου το μπουκάλι με το τζιν, τραύλισε χαμογελώντας με νόημα: "I've never been to bed with an ugly chick, but I've woken up with one several times". Δεν έχω πάει ποτέ με άσχημη γκόμενα, αλλά έχω ξυπνήσει πολλές φορές δίπλα σε μία.



    Simply Red

    Ένα Σεπτέμβριο, στην Αγγλία, έψαχνα για αυτοκίνητο χωρίς να βρίσκω τίποτα φτηνό και αξιόλογο. Είχα φρίξει με ένα άθλιο νοικιάρικο Austin Maestro και, απεγνωσμένος πια, πήγα σε μια μάντρα και δοκίμασα ένα Rover 216 Vitesse του '87. Ύστερα από λίγο, στο τροχόσπιτο που αποτελούσε έδρα της επιχείρησης, βάλαμε τις απαραίτητες υπογραφές και το πήρα.
    Το Rover ήταν το πιο καινούριο αυτοκίνητο που είχα ποτέ και το πρώτο μπροστοκίνητο που αγόραζα. Δούλευε ρολόι, κάθε μέρα με μισή μιζιά έπαιρνε μπροστά, ξύλα, δέρματα, ηλεκτρικά παράθυρα και οροφές, και όλα αυτά με ασφαλές κράτημα και οικονομία. Σε δέκα ημέρες το είχα βαρεθεί πλήρως, το μοσχοπούλησα και όλοι με βρίζανε, "είχες και συ ένα αμάξι της προκοπής, το έδωσες, να δούμε τι μαυσωλείο θα μας φέρεις πάλι".
    Δυο εικοσιτετράωρα αργότερα, αγόραζα μια Alfa Junior του '69. Από παιδί το ήθελα αυτό το αυτοκίνητο. Γούσταρα το σχήμα, τον ήχο, τον τρόπο που μια Junior γυρίζει την ουρά της. Την έβαζα εμπρός το πρωί και την έσβηνα τη νύχτα. Δεν χόρταινα να την οδηγάω, δεν βαρέθηκα ποτέ το διαλυμένο της κάθισμα, τον αέρα που έμπαινε από παντού. Μου έφτανε να τη βλέπω, να την ακούω και να την αισθάνομαι.
    Όμως, από τη μια τα συνεχή ακουμπήματα, (ήταν ελαφρώς χαμηλωμένη -τι ελαφρώς δηλαδή, που βάζαμε στοίχημα αν μπορεί να περάσει πάνω από πακέτο τσιγάρα. Τσίμα τσίμα πέρναγε, εκτός από τα κατοστάρια King size που τα πέταγε κάτω), από την άλλη ο παλιόκαιρος, η βάρβαρη χρήση και η έλλειψη κεφαλαίου για συντήρηση, λίγο-λίγο άρχιζε να κάνει νάζια η ντίβα.
    Τυπική για Junior ζημιά είναι οι πόρτες που δεν κλείνουν. Χειρότερη ζημιά είναι να κλείνουν, αλλά να ανοίγουν μετά από λίγο μόνες τους. Ένα βράδυ, στη μέση μιας μεγάλης πλατείας, τόσο μεγάλης που μπαίνεις με τετάρτη, η πόρτα του συνοδηγού άνοιξε διάπλατα την ώρα που ο Γιάννης δίπλα άναβε τσιγάρο. Εάν ήμουν πέντε εκατοστά κοντύτερος, ίσως να γινόμουν κατά ένα φίλο φτωχότερος, ευτυχώς απλώθηκα και πρόλαβα την πόρτα με το αριστερό χέρι, την ώρα που με το δεξί προσπαθούσα να κρατήσω το τιμόνι στα ίσια του.
    Μια άλλη φορά, μέρα μεσημέρι στο κέντρο, η ίδια πόρτα τινάχτηκε με δύναμη προς τα έξω. Με το που την άκουσε να ξεκουμπώνει, η φίλη μου η Λίνα άφησε τη θέση του συνοδηγού και όρμηξε πάνω μου φωνάζοντας. Έτσι δεν μπόρεσα να απλώσω το χέρι μου για να την κλείσω. Ένας δυστυχισμένος ποδηλάτης, που ερχόταν αμέριμνος από απέναντι, είδε ξαφνικά μια πόρτα να του σημαδεύει τα μούτρα. Τελικά το σώσαμε και αυτό οριακά. Εκείνη τη μέρα κατάλαβα ότι έπρεπε να φτιάξω την πόρτα, η Λίνα έμαθε να βάζει πάντα ασφάλεια και ο ποδηλάτης να μην αφαιρείται.
    Με τον καιρό είχαν πέσει οι αναρτήσεις και είχε παραχαμηλώσει η Alfa και έτσι πρόσεχα πιο πολύ στα σαμαράκια και δεν έβαζα πια κανέναν να καθήσει πίσω. Εκτός από μια φορά. Καλοκαίρι, έχουμε ξενυχτήσει σε ένα κουρδικό μπαρ που έπαιζε ελληνικά, και, ξημέρωμα την ώρα που φεύγουμε παρέα με ένα φίλο, ο μπάρμαν μου ζητάει να παω δυο μινοφορούσες κοπέλες σπίτι. Στριμώχτηκαν στο πίσω κάθισμα, ήταν στο τρίτο μεθύσι και χαχανίζανε. Την ώρα που έβαζα μπροστά και ετοιμαζόμουν για διάλογο γυρίζει η πιο όμορφη από τις δυο και συστήνεται. Με λένε Λέγκω, εσένα; Τώρα εγώ δεν άκουσα καλά, έφταιγε το ξενύχτι, πώς μας φάνηκε σαν Ρέγκω το Λέγκω, δεν ξέρω, αλλά οι λίμπιντο πήγανε για ψάρεμα και εμείς πιάσαμε ένα ακατάσχετο νευρικό γέλιο με τον Αντώνη, που δάκρυσαν τα μάτια μας.
    Το αυτοκίνητο έβρισκε κάτω συνέχεια, βρόνταγε η εξάτμιση, οι πόρτες όμως παρέμειναν στη θέση τους, οπότε ουδέν πρόβλημα. Σχετικό βέβαια είναι αυτό, γιατί μας σταματούσαν κάτι Τροχαίοι, που δεν είχα πάρει χαμπάρι ότι μας ακολουθούσαν. Πώς να τους δεις αφού τα πίσω παρμπριζ των Junior του '69 δεν διέθεταν αντίσταση και είχε θολώσει το σύμπαν. Ωραίο σκηνικό, δυο μαλλιάδες μπροστά και δυο χαχανίζουσες γυναίκες πίσω, που καλημέρα τους έλεγες, Jack Daniels απαντούσαν. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, αναγκάστηκα να μιλάω στον Τροχαίο με το τσιγάρο στο χέρι, αφού ως γνωστόν τα Junior του '69 δεν είχαν τασάκι. Πέρασε και αυτό.
    Την επόμενη, η ταλαίπωρη εξάτμιση βαρέθηκε πια τα κοπανήματα και έπεσε στο δρόμο. Δανείστηκα κι εγώ ένα σχοινί από μια παρακείμενη μπουγάδα και την έπιασα στον προφυλακτήρα. Έτσι έμεινε μέχρι που έφτασε η ώρα να πουλήσω την Alfa, πριν σαπίσει εντελώς.
    Πήρε τότε τηλέφωνο ένας συλλέκτης, από μια πόλη 200 μίλια μακριά. Ήρθε, μου άφησε μια προκαταβολή και δώσαμε τα χέρια. Θα έρθω να την πάρω το Σάββατο, μου λέει, θα με βγάλει ως το σπίτι; Αστειεύεσαι, απαντάω, στην Ελλάδα σε πάει άμα θέλεις. Δεν ήμουν πολύ πειστικός φαίνεται. Και αυτό, γιατί ήρθε μεν το Σάββατο, έφερε τα λεφτά, αλλά έφερε και ένα τρέιλερ μαζί του. Τη φόρτωσε σε αυτό και έτσι έφυγε.
    Εκεί τελείωσε η συμβίωση με την Junior. Ένα αυτοκίνητο με άλφα κεφαλαίο. Ένα αυτοκίνητο φτιαγμένο για να το απολαμβάνεις. Που μοιάζει με εκείνη τη γυναίκα, την οποία από τη στιγμή που γνωρίζεις, ξέρεις ότι δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς αυτή. Και μόλις χωρίσεις, ψάχνεις να βρείς μια ακριβώς ίδια. Παρ' όλο που ξέρεις ότι δεν υπάρχει καμία ακριβώς ίδια. Και εγώ ξέρω ότι δεν υπάρχει καμμιά Junior του '69 που περάσαμε δυο χρόνια μαζί. Αυτό, ακόμη και σήμερα, δεν με εμποδίζει να ψάχνω.

    Γ Ν. Πολιτης

  15. The Following User Says Thank You to Nino For This Useful Post:

    gant (31-08-13)

  16. #9
    Εγγραφή
    24-12-09
    Περιοχή
    Μαρουσι
    Μηνύματα
    6.857
    Thanked
    15098
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Θα μπορουσαμε να μαζεψουμε οσα περισσοτυερα απο τα κειμενα της αριστερης λωριδας εδω, αρα καθε βοηθεια ευπροσδεκτη.
    Οποιος εχει τευχη του drive και εχει χρονο ας σκαναρει την τελευταια σελιδα που ειναι η αριστερη λωριδα και ας τα ποσταρει!!!

  17. #10
    Εγγραφή
    30-07-10
    Περιοχή
    Ξεσσαλονικη!
    Ηλικία
    43
    Μηνύματα
    7.727
    Thanked
    17904
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Του κ. Γιώργου Ν. Πολίτη

    Κάθε μικρή κοινωνία έχει τους ήρωές της. Στο χωριό που πέρασα τα σχολικά καλοκαίρια μου,ήρωας ήταν ο Λευτέρης,που έπαιζε την καλύτερη μπάλα,είχε τα ωραιότερα κορίτσια και τα καλύτερα γκάζια απ'όλους. Εμενε κοντά στο σπίτι μου και κάναμε παρέα,παρότι ήταν τρία χρόνια μεγαλύτερος. Οταν μάλιστα αγόρασε μια καθαρόεμη Μontesa βγάλαμε ένα καλοκαίρι στη σέλα. Τη μέρα ανακαλύπταμε την υπερστροφή στα γύρω βουνα, ενώ τη νύχτα γυρνάγαμε στο παραλιακό νυφοπάζαρο στις ντίσκο, με τα strobo των '80s.
    To επόμενο καλοκαίρι τη θέση της Montesa πήρε ένα NSU TT. Με γαιδουρινά Weber, χταπόδι γαργαντούα, εκκεντροφόρο τόσο άγριο που αν πήγαινες κοντά θα σε δάγκωνε, πλαστικά καπό και φτερά , σκέτο πυραυλάκι. Οπου πετύχαινε Gti ο Λευτέρης , άναβε μισή ντουζίνα κίτρινα Carello και προσπέρναγε ντριφτάροντας.
    Τα βράδια πηγαίναμε στα μπιλιαρδάδικα της περιοχής.
    Εριχνε δυο σβούρες απ'έξω, μαζευόταν διάφοροι, 'πώς πάει το γκάζι', 'πάμε να σου δείξω' και έβγαινε όλο το μαγαζί στο δρόμο, παπιά και αγροτικά στο κατόπι του ΤΤ που πήγαινε στον πόλεμο με Corolla SR,μπιάλμπερα 124 και escort MKII.
    Τόσες και τόσες φορές στήνονταν στην ευθεία, το Ενεσουδάκι πεταγόταν μπροστά και έμενε εκεί ως το τέρμα. Αλλοτε πάλι παίζαμε bowling δικής μας επινόησης. Στήναμε κορύνες αριστερά και δεξιά στα πεζοδρόμια, έπερνε φόρα δίπλωνε το ΤΤ, και με το κάρτερ να ξυρίζει το κράσπεδο, μια δεξιά, μια αριστερά, τις πέταγε κάτω.
    Για πραγματικό όμως οδήγημα πηγαίναμε στη Βροντού. Μια έρημη ανηφορική διαδρομή, που στις κορδέλες της είχαν βροντήξει άπειροι τοπικοί και εκδρομικοί γρήγοροι. Σχεδόν κάθε φορά χρονομετρούσαμε το ανέβασμα, όχι με ρολόι, αλλά με μια κασέτα που ξεκίναγε με το Seeker, συνέχιζε με το Ghost Story και τελείωνε με την αρχή του Paranoid.
    Την επόμενη χρονιά πήγα και γω στο χωριό με μοτοσυκλέτα, ο Λευτέρης όμως πήγε φαντάρος. Το καλό ήταν ότι μπορούσα να κάνω τον Ταρζάν εκ του ασφαλούς, το κακό ήταν ότι δεν ξαναβρεθήκαμε ποτέ και οι αλητείες κόπηκαν. Μάθαινα που και που νέα του, έμπλεξε με δουλειές, παντρεύτηκε, έκανε παιδιά. Ευχόμουν να συναντιόμαστε πάλι κάποτε, έτσι για να κουτρουβαλήσουμε πάλι ξανά στη βροντού εις μνήμη της παρατεταμένης εφηβείας.
    Εκλειναν έντεκα χρόνια από τότε, φέτος τον Ιούλιο, όταν είδα τον Λευτέρη, όχι με την κόκκινη 75 turbo των ονείρων του, αλλά με κόκκινο Hyundai Accent. 'Πού είναι τα γκάζια σου?' φώναξα. Γύρισε και με ένα πικρό χαμόγελο μου είπε, 'πάνε αυτά, παντρεύτηκα, λεφτά, ευθύνες αλλάζουν όλα Γιώργο'. 'Ναι αλλά από τις πάντες, στο οικογενειακό 1300 με καθισματάκι μωρού πίσω έχει διαφορά', τον πρόγκηξα εγώ'. 'Ε, και εσύ κάπνιζες Σέρτικα και τώρα σε βλέπω με Silk Cut' , με αποστόμωσε εκείνος.
    'Πάμε μια μέρα στη βροντού?' του πέταξα'. ' Ασε πρέπει να πάω να πάρω ψωμί, περιμένει και η γυναίκα μου', είπε κάπως ενοχλημένα. 'Ελα μια μέρα σπίτι να φάμε'.
    Τον χαιρέτησα και μαζί χαιρέτησα τις ρέμπελες αναμνήσεις του 80. Είναι δυνατόν ο ήρωας με τη Montesa και το ΤΤ να φέρεται σα μεσήλικας της συμφοράς? Εντάξει, όλα αλλάζουν, αλλά όχι και ο Λευτέρης να έχει βουλιάξει στο μαγκανοπήγαδο. Δεν ήθελα να πάω να τον δω, για να μη χαλάσω εκείνες τις εικόνες που φύλαγα στο μυαλό μου.
    Μια μέρα ενώ συμάζευα την αποθήκη μου, ανάμεσα σε ψαροντούφεκα, ρακέτες και Βίπερ του Ζεράρ ντε Βιλιέ, βρήκα την παλιά κασέτα που ακούγαμε στη Βροντού. Θα πάω να του τη δώσω σκέφτηκα με πείσμα, έτσι για την τιμή των όπλων.
    Πήγα στο σπίτι του-έπαιζε με δυο πιτσιρίκια στην αυλή-ενώ μια γυναίκα που φαινόταν ότι ήταν όμορφη πριν από πέντε χρόνια, καθόταν στην πόρτα. 'Καλησπέρα'. λέω... Ο Λευτέρης πετάχτηκε όρθιος μέσ' τη χαρά. 'Καλώς τον , από δω η γυναίκα μου η Βούλα'. απαντάει. 'Εχεις ένα μαύρο αυτοκίνητο?' με ρωτάει εκείνη. 'Ναι' της λέω, και αυτή με ύφος χωροφύλακα, μου κάνει : ' Να πηγαίνεις πιο σιγά, τρομάζετε τον κόσμο κοτζάμ μαντράχαλοι'. Πάγωσα από την ευγένεια της υποδοχής. 'Εφερα μια παλιά κασέτα του Λευτέρη' μπόρεσα αμήχανα να ψελλίσω. Σηκώθηκε τότε ο Λευτέρης με δύναμη σαν ελατήριο που είχε μαζεμένη ενέργεια από καιρό , λες και η γυναίκα αυτή τον αγάπησε για όλα εκείνα που τον χαρακτήριζαν και τώρα προσπαθούσε με μανία να του τα ξεριζώσει.
    Ορμησε με δύναμη στο αυτοκίνητο. 'Που πάτε Λευτέρη' στρίγγλισε η Βούλα.
    Εβαλε πρώτη, εγκατέλειψε το συμπλέκτη, φύτεψε το γκάζι στο πάτωμα και το Hyundai τινάχτηκε σε ένα burn out που ούτε κατά διάνοια δεν είχε περάσει από το μυαλό του Κορεάτη που το σχεδίαζε. Αρχισα να γελάω, όπως τότε, που τα σαββατόβραδα η ντίσκο με την πισίνα ήταν γεμάτη και το ΤΤ έκανε σβούρες στο διπλανό χωράφι, σκεπάζοντας τον ήχο από το La Isla Bonita, γεμίζοντας χώμα από το γιαπομάνι με τα λευκά κουστούμια, τις ημίγυμνες σταρλετίτσες και το νερό της πισίνας.
    Πήγαμε ως τη διασταύρωση για την Βροντού στον κόφτη. Ο Λευτέρης σταμάτησε στην ελιά της εκκίνησης, έβαλε την κασέτα και πάτησε το play. Το Hyundai δίπλωνε και ξεδίπλωνε ανάμεσα στα πλατάνια, λίγο πιο αργά, αλλά με την ίδια αίσθηση ισορροπίας , όπως παλιά. Στην τελευταία αριστερή στροφή φλικάρισε απότομα, το Accent τα'χασε, σηκώθηκε στις δυο ρόδες και έβγαλε όλη την στροφή στον αέρα.
    'Κόλα το φίλε', φώναξε όταν σταματήσαμε, και την ώρα που του χτύπαγα το χέρι και αρχίζαμε τα γέλια, ακούστηκαν οι πρώτες νότες από το Wishing Well. Αργήσαμε λίγο, αλλά τελικά οι ευχές έπιασαν.
    Το πηγάδι μπορει να περιμένει. Καιρός να γυρίσω στα παλιά μου τσιγάρα.
    Ο Κυβερνήτης είναι υπεύθυνος για το αεροσκάφος και τους επιβάτες για όσο διαρκεί η πτήση. Ο Μηχανικός είναι υπεύθυνος για ΠΑΝΤΑ.



  18. The Following 2 Users Say Thank You to pilot For This Useful Post:

    gant (31-08-13), Nino (31-08-13)

Σελίδα 1 από 2 12 ΤελευταίαΤελευταία

Δικαιώματα - Επιλογές

  • Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε νέα θέματα
  • Δεν μπορείτε να απαντάτε σε θέματα
  • Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε συνημμένα
  • Δεν μπορείτε να επεξεργάζεστε τις δημοσιεύσεις σας
  •  
BACK TO TOP