Ο χρόνος κυλά, τα γεγονότα ξεθωριάζουν, οι μνήμες αδυνατίζουν. Το παρελθόν όμως είναι ζωντανό. Σε απόδειξη των παραπάνω, ακολουθούν 14 ιστορίες από το όχι και τόσο κοντινό παρελθόν με κοινό τόπο τα αυτοκίνητα του βαυαρικού εργοστάσιου που διέπρεψαν στους ελληνικούς αγώνες. Προφανώς εννοείται, ότι οι πρωταγωνιστές ήταν οι άνθρωποι που τα συντήρησαν που τα οδήγησαν, που πιθανόν τα αγάπησαν, αλλά σίγουρα τα έζησαν, τα πίεσαν και τελικά τα έφεραν στις διακρίσεις.
Στο control του Βόλου του ΙΆ Ακρόπολις (1962), όπου η παραλιακή οδός δεν έχει ακόμα ασφαλτοστρωθεί, υποδέχεται τα αυτοκίνητα ο Στ. Μουρτζόπουλος (δεξιά). Στην εικόνα ο W. Lewy με B.M.W. 700 (#108) σφραγίζει το καρνέ του ενώ οι Τ. Περατικός - Γ. Τερμετζής (#111) περιμένουν. Το ελληνικό πλήρωμα θα εγκαταλείψει, ενώ ο Γερμανός μετά το βαρύ τραυματισμό του στο σιρκουί της Ρόδου, τον Ιούλιο του Ά60, επανέρχεται δριμύτατος και κερδίζει τελικώς την κλάση του.
Με αρκετά τραυματισμένο το 700 ο αγέρωχος Wolfgang Levy τερματίζει 25ος στο ΙΑ΄ράλυ Ακρόπολις (63). Τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχε τερματίσει το διεθνές ράλυ νικητής με Auto Union. Ήταν το αυτοκίνητο με τον μικρότερο κυβισμό που κέρδισε ποτέ το Ακρόπολις και το μοναδικό δίχρονο. Το βλέμμα του καπνίζοντα Γιάννη «Λαίλαπα» Ψύχα (δεξιά), που σε εκείνον τον αγώνα είχε βοηθήσει από την θέση του εφόρου, λέει πολλά. Εκείνη τη χρονιά τη νίκη στην ιδιαίτερα ανταγωνιστική κλάση Α/4 είχαν αποσπάσει οι Στ. Ζαλμάς – Τ. Κοσμετάτος επίσης με B.M.W. 700.
Ταξίδεψαν έτσι αρκετούς γύρους, στο 3ωρο Τατόι του Ά63 (13 Οκτωβρίου) με ταχύτατο τέμπο όπως μαρτυρά και η εικόνα. Μπροστά το B.M.W. 700 του Στ. Ζαλμά και πίσω το Saab GT του Τ. Τσερκάκη. Η σειρά θα αλλάξει, στο τέλος και ο Τάκης θα περάσει μπροστά, καθώς ο οδηγός του γερμανικού κουπέ υποχρεώθηκε σε καθυστέρηση αφού έσπασε το παρ – μπρίζ του.
Δευτέρα 21η Ιουνίου 1965. Στο Εθνικό στάδιο του Κιλκίς ο Παύλος «Ναυτίλος» Κανελλάκης εκτελεί θεαματικά τη δεξιοτεχνία, (τελευταία δοκιμασία του ράλυ Σκρα Κιλκίς Λαχανά) με λαβωμένο το αυτοκίνητο του. Από το 700άρι λείπει το εμπρόσθιο αριστερό φωτιστικό σώμα που εξεδήλωσε τις αποσχιστικές του τάσεις, κατά τη διάρκεια του επίπονου ράλυ. Μάλλον σε χειρότερη κατάσταση όμως, τερμάτισε η συνοδηγός, Κάτια Κοπάνου, αφού ο οδηγός την προτίμησε επειδή «ήταν πολύ ελαφριά» χωρίς όμως να μπει στον κόπο να τις εξηγήσει τι ακριβώς ήταν τα ράλυ!
Οι πρώτοι Έλληνες του ΙΔΆ «Ακρόπολις» (1966) Σωτήρης «Είπωρχ» Σοφιανόπουλος – «Ναυτίλος» με B.M.W. 1800, κατεβαίνουν την Τσούκα. Σε όλο τον αγώνα το πλήρωμα της 1800 είχε κλειστή μονομαχία με το Audi του Γιώργου Ραπτόπουλου και σε ένα μεγάλο βαθμό χρωστούν τη νίκη τους στο Χρήστο Τσαβό που κατάφερε να αλλάξει το καταπονημένο διαφορικό της B.M.W. και να τους ξαναστείλει στον αγώνα χωρίς καθυστερήσεις. Μετά το τελευταίο service, στις εγκαταστάσεις της ΒΙΟΤΑ στη λεωφόρο Συγγρού, το αυτοκίνητο οδήγησε στον τερματισμό ο «Ναυτίλος», αφού ο οδηγός είχε ασθενήσει και κάθισε δεξιά.
Ο «Είπωρχ» ήταν σταθερός στις επιδόσεις του στις αναβάσεις Πάρνηθα και Ριτσώνα το Ά67. Τερμάτισε 5ος και στους δυο αγώνες. Στην εικόνα από την Κυριακή 2 Ιουλίου στη Ριτσώνα, στρίβει την 1.800 ΤΙ στη γνωστή αριστερή. Λίγα λεπτά αργότερα τερμάτιζε σε 3΄:10΄΄:4. Με το ίδιο αυτοκίνητο επανεμφανίστηκε σε εκείνον τον αγώνα, μετά από 3 σχεδόν χρόνια ο Παναγιώτης «captain Nemo» Κανελάκης και τερμάτισε 8ος γενικής με 3΄:12΄΄:8.
Ρόδος. Κυριακή 5 Ιούλιου 1970. Εκείνη η μονομαχία ήταν ότι πιο άγριο είχε συμβεί στους αγώνες της Ρόδου μέχρι τότε. Βρισκόμαστε σε μια εποχή που τα μοτέρ των δίλιτρων 2002 είναι τουλάχιστον 200άρια, το σύνολο του βάρους δεν ξεπερνά τον τόνο, τα λάστιχα δεν είναι ότι καλύτερο και η επιφάνεια του δρόμου είναι πολύ γλιστερή. Οι χρόνοι έχουν κατέβει σχεδόν 5 δεύτερα από την προηγούμενη χρονιά, οι μ.ω.τ έχουν ανέβει περισσότερο από 4 χλμ/ωρ. Ο ρυθμός είναι εξαντλητικός, οι συνθήκες όμως παραμένουν ίδιες με τα στενά περάσματα, τα πεζοδρόμια και βέβαια τα τείχη. Ένας ταχύς έμπειρος οδηγός με ένα κάπως ασθενέστερο αυτοκίνητο (όπως τουλάχιστον μαρτυρά ο τύπος της εποχής) και ένας νέος ταλαντούχος που πάσχει με περίσσιο πάθος να βρει το δρόμο για την αναγνώριση μας προσφέρουν τον απόλυτο συνδυασμό μάχης. Οι εικόνες είναι αποκαλυπτικές της αγριότητας του αγώνα. Ντριφτάροντας πάνω στους δρόμους του πιο επικίνδυνου street circuit του κόσμου (γιατί σε κανένα άλλο δεν υπήρχαν μεσαιωνικά τείχη), οι Σπύρος Τσινιβίδης, Γιώργος Μοσχούς βγαίνουν κολλητοί από την πύλη Cervi και ετοιμάζονται να αλλάξουν τροχιά για την Αrsenale. Κανείς από αυτούς τους δύο περήφανους, ατρόμητους άνδρες δεν νίκησε εκείνη την μέρα. Ο Σπύρος καταδιωκόμενος απηνώς από τον Γιώργο, στην προσπάθεια του να χωθεί ανάμεσα στην 122 του Μακρή και την Lotus Cortina του Βιρβίλη ακουμπά ελάχιστα τον δεύτερο (ο οποίος είχε βγει μόλις από τα πιτς, ήταν άδετος, δεν αντελήφθη τον επελαύνοντα Τσινιβίδη και άλλαξε ελαφρά πορεία για να πλασαριστεί . Η Cortina βγαίνει από την πίστα με 74 μέτρα φρενάρισμα, μπροστά στα μάτια του Σπύρου καρφώνεται σε τοίχο και ο οδηγός σαν τσουβάλι σκάει πάνω στο καπό. Ο Τσινιβίδης ήταν πολύ αρσενικό για να γυρνάει στη Ρόδο με το πλάι επικεφαλής του αγώνα, αλλά ακόμα περισσότερο για να τα παρατήσει. Μπήκε στα πιτς, χάνοντας ένα δικό του αγώνα (ο Μοσχούς έμεινε μετά από λίγο από ηλεκτρικά) είπε μόνον «Δεν μπορώ» και σταμάτησε. Ο Βασ. Βιρβίλης είχε κτυπήσει στην σπονδυλική του στήλη, υπήρξε στην αρχή ο φόβος μιας παραλυσίας αλλά τελικά όλα ξεπεράστηκαν.
Κυριακή 2 Μαίου 1971. Νέα Σμύρνη. Εξωπρωταθληματικός αγώνας ταχύτητας. Ο Γ. Μοσχούς είχε αρχίσει ήδη να χτίζει το μύθο του. Το προηγούμενο καλοκαίρι είχε νικήσει στο πρώτο του Τατόι με την ασπρόμαυρη 2002. Εκείνη την άνοιξη, οδήγησε για πρώτη φορά την πορτοκαλιά 2002, προετοιμασμένη από την Electronica του Giovanni Ragusa. Ανενόχλητος γύριζε στο μεγαλύτερο μέρος του αγώνα δίνοντας ρεσιτάλ οδήγησης, ντριφτάροντας με τέχνη από πεζοδρόμιο σε πεζοδρόμιο και κέρδισε μια άνετη νίκη.
Κυριακή 27 Ιουνίου 1971. Κέρκυρα. Αν και άνευ συναγωνισμού μετά τον 4ο γύρο, ο Γιώργος Μοσχούς έκανε ταχύτατη κούρσα. Σημείωσε την υψηλότερη μ.ω.τ. στην ιστορία του αγώνα, όπως και τον ταχύτερο γύρο. Ήταν η τελευταία φορά που διοργανώθηκε εκείνο το street circuit, έτσι κράτησε τα ρεκόρ. Στην εικόνα σε χαμηλή πτήση με την πορτοκαλιά 2002, στη βούτα μπροστά στο άγαλμα του Καποδίστρια για το Corfu Palace. Ήταν μια λαμπρή επίδοση, χάρμα οφθαλμών.
Μάιος 1972. Εικοστό ράλυ Ακρόπολις. Στην 5η θέση της γενικής τερμάτισαν οι T. Fall - M. Wood που παρελαύνουν ενώπιον των επισήμων στο λόφο του Φιλοπάππου μετά τον τερματισμό. Την παράσταση όμως έκλεψε ένας άλλος οδηγός B.M.W. Ήταν ο πληθωρικός Achim Warbold που θα μπορούσε να βρεθεί να βρεθεί και στην κορφή αν δεν είχε μια καθυστέρηση, από ένα πρόβλημα που αντιμετώπισε στην Αρναία.
Το Ά71 ο Γ. Μοσχούς οδηγούσε το αυτοκίνητο του Giovanni Ragusa. Το Ά72 ο Γιώργος οδήγησε τη GTAM και ο πρώην μηχανικός του οδήγησε ο ίδιος την B.M.W. του. Έτσι συναντήθηκαν στο Τατόι ως αντίπαλοι πλέον. Στην εικόνα και τα δύο οχήματα με το πλάι, ντριφτάροντας πάνω σε μια γλιστερή άσφαλτο γεμάτη σκόνη όπως μαρτυρούν τα σύννεφα. Η καλύτερη θέση που εξασφάλισε Ragusa ήταν η 5η στο Τατόι του Οκτωβρίου.
Έπρεπε να περιμένει άλλα 4 χρόνια για να γυρίσει πίσω νικητής. Εδώ ο Bjorn Waltegaard στη Δ. Αρεοπαγίτου, στην εκκίνηση του 21ου ράλυ Ακρόπολις (1973) με B.M.W. καπέλο από την άγρια δύση και ο Hans Thorzelius, στη θέση του συνοδηγού με ριγέ πουκάμισο. Εκείνη τη χρονιά σημείωσε εξαιρετικές επιδόσεις αλλά δεν κατάφερε να τερματίσει. Διακρίνονται τα racing χρώματα της Motosport πάνω στα φτερά της 2002.
Η Ριτσώνα της τελευταίας μέρας του Οκτωβρίου του ΅77 είχε αρκετά «θύματα». Ο Δημ. Βότσης ήταν ένα από αυτά, καθώς ορμητικός όπως πάντα έφθασε στο γεφυράκι με περισσότερα από ότι μπορούσε η 2002 να στρίψει πάνω στο βρεγμένο δρόμο. Αρκετά τυχερός, έμεινε εκεί, χάνοντας μόνον τον αγώνα. Την επόμενη χρονική στιγμή μερικοί θεατές θα βρεθούν δίπλα στην «κρεμασμένη» 2002 και θα την ξανασπρώξουν στο δρόμο. Στην Ριτσώνα του Ιουλίου είχε κατεβάσει την επίδοση του στα 2΄:52 από το 3΄:01 του Φεβρουαρίου. Χαρακτηριστικό του οδηγού η μαύρη νυκτερίδα στο πίσω αριστερό φτερό της λαχανί 2002.
Το Ά79 για μία ακόμα φορά ο Αλέκος «Λεωνίδας» Μανιατόπουλος εξέπληξε ευχάριστα τον κόσμο των Ελληνικών αγώνων. Συνέχισε την παράδοση που ξεκίνησε δέκα χρόνια νωρίτερα φέρνοντας μια πλειάδα εξωτικών αυτοκινήτων. Θυμίζουμε τα μοναδικά ΤΤ, τα διαλεκτότερα 80άρια, την κίτρινη «Ζenith» 911, την Metaxa RSR, την March 74S, την μαύρη Carrera, την λευκή Α310 και μετά ήρθε η σειρά της πανέμορφης ασημένιας 320 της ομάδας V. Ατυχώς εκείνη την τελευταία χρονιά της δεκαετίας του Ά70, τα αποτελέσματα ήταν πτωχά. Σημείωσε μια νίκη στο αεροδρόμιο των Μαριτσών από όπου και η εικόνα. Στο απαιτητικότερο Τατόι είχε προβλήματα προσαρμογής αφού στις δοκιμές του Οκτωβρίου βρέθηκε στην 11η θέση σημειώνοντας ίδιο χρόνο με το NSU του Μάγγελ, και στο αγώνα θα εγκατέλειπε από έξοδο ενώ βρισκόταν πίσω από το ομάδας 1 Escort του Ιαβέρη και το ομάδας 5 Escort του G. Ragusa. Παρόμοια τύχη είχε και στο Τατόι του Νοεμβρίου μόνο που την ώρα που βγήκε, πάλι μονομαχώντας με τον Ragusa. Πέραν του «Ιαβέρη» βρισκόντουσαν μπροστά τους και οι «Σίρο», «Μελανίων» με Escort και Kadett, της ομάδας 1.
Για όσους γοητεύονται από αυτή τη χρονική περίοδο και τους πρωταγωνιστές της:
https://www.tellingstories.gr/storie...d=10&Itemid=21