Σελίδα 1 από 14 12311 ... ΤελευταίαΤελευταία
Εμφάνιση αποτελεσμάτων : 1 έως 10 από 137

Θέμα: Φωτογραφία και φωτογραφικές μηχανές.

Hybrid View

Προηγούμενο μήνυμα Προηγούμενο μήνυμα   Επόμενο Μήνυμα Επόμενο Μήνυμα
  1. #1
    Εγγραφή
    23-12-09
    Περιοχή
    Στο κόσμο μου
    Ηλικία
    38
    Μηνύματα
    5.009
    Thanked
    5441
    Rides
    2

    Προεπιλογή Φωτογραφία και φωτογραφικές μηχανές.

    μιας και χτες ειδα οτι πολλοι εχουμε το θεμα φωτο,βιντεο,φως,στησιμο,πορ τρετο ειπα να κανω ενα κλοπυ πειστ για να δωσω μερικες πληροφοριες!!!!



  2. #2
    Εγγραφή
    23-12-09
    Περιοχή
    Στο κόσμο μου
    Ηλικία
    38
    Μηνύματα
    5.009
    Thanked
    5441
    Rides
    2

    Προεπιλογή

    Τώρα που αγοράσαμε DSLR... μπλέξαμε

    Μία λύση για να ξεμπλέξουμε κάπως είναι να τυπώσουμε τις παρακάτω σελίδες και να τις διαβάσουμε, ας πούμε στο τρένο...

    Το παρακάτω κείμενο είναι ένας βασικός οδηγός «επιβίωσης» που να απευθύνεται στο νέο χρήστη ο οποίος έχει μόλις αποκτήσει την πρώτη του DSLR και κατά κανόνα έχει χαθεί κάπου ανάμεσα στις οδηγίες χρήσης και τα εξειδικευμένα τεχνικά άρθρα, χωρίς όμως να βρίσκει άκρη στο πώς θα κάνει τα πρώτα βήματα στον κόσμο της δημιουργικής φωτογραφίας.

    Αυτό το κενό θα προσπαθήσουμε να καλύψουμε εδώ, με τρόπο όσο γίνεται πιό απλό και κατανοητό. Προσοχή: το κείμενο που ακολουθεί δεν είναι ένας οδηγός για καλύτερες φωτογραφίες. Είναι ένας οδηγός για την κατανόηση των βασικών δημιουργικών εργαλείων που προσφέρει μια DSLR, ώστε να μπορέσει ο νέος χρήστης να πάρει τις δικές του καλλιτεχνικές αποφάσεις και να κατανοήσει πώς μια εξελιγμένη κάμερα μπορεί να τον βοηθήσει να πάρει τα ηνία και να καθορίσει το αποτέλεσμα της φωτογράφησης. Ο οδηγός αυτός δεν είναι πλήρης ούτε μπορεί φυσικά να αντικαταστήσει τα βιβλία φωτογραφίας, αλλά έχει στόχο σε συνδιασμό με εξάσκηση και πειραματισμό να καλύψει τις πιό συνηθισμένες συνθήκες φωτογράφησης και βασικές δημιουργικές αποφάσεις.

    Σε κάθε τι που θα συζητήσουμε εδώ υπάρχουν εξαιρέσεις που μπορεί να αποτελέσουν έναυσμα μακρών συζητήσεων, που όμως δεν αποτελούν το αντικείμενό μας εδώ. Όπου υπάρχουν άλλα άρθρα, με πιό περίπλοκες τεχνικές, ή πιό αναλυτικές εξηγήσεις και συζητήσεις, θα γίνονται στο κείμενο και οι ανάλογες παραπομπές. Έτσι ο στόχος του κειμένου είναι να αποτελέσει ένα σκελετό και συνδετικό κρίκο ανάμεσα στα πιό τεχνικά θέματα και τις βασικές αρχές στις οποίες βασίστηκαν.

    Σε αυτή τη βάση λοιπόν, ξεκινάμε

    Οι οδηγίες χρήσεως.

    Κάθε μάρκα έχει τη δική της ορολογία, τα δικά της κουμπιά και ένα σωρό επιλογές, συνθέτοντας συνήθως ένα τεράστιο εγχειρίδιο. Πολλά αυτά είναι άχρηστα για το δημιουργικό φωτογράφο. Από την άλλη μεριά, υπάρχουν ορισμένα κουμπιά και επιλογές που είναι κοινά σε κάθε DSLR. Αυτά είναι που πρέπει να εντοπίσουμε στις οδηγίες χρήσεως και να μάθουμε πως λειτουργούν. Συγκεκριμένα, από το manual πρέπει να μάθουμε το συντομότερο δυνατόν και να μας γίνει δεύτερη φύση τα παρακάτω:

    1. Πώς αλλάζει το διάφραγμα του φακού (aperture – f number).
    2. Πώς αλλάζει η ταχύτητα του κλείστρου (shutter speed)
    3. Πώς αλλάζει το ISO
    4. Πώς επιλέγουμε μεταξύ αρχείων raw και jpeg
    5. Πώς επιλέγουμε μεταξύ της προτεραιότητας διαφράγματος (aperture priority mode), προτεραιότητα κλείστρου (shutter priority mode), και εντελώς χειροκίνητες ρυθμίσεις (manual mode)
    6. Πώς επιλέγουμε φωτομέτρηση σημείου (spot metering)
    7. Πώς αλλάζουμε σημείο εστίασης (focus point)
    8. Πώς αλλάζει η θερμοκρασία χρώματος (colour temperature)
    9. Πώς ρυθμίζουμε την αντιστάθμιση έκθεσης (exposure compensation)

    Οι DSLR είναι έτσι φτιαγμένες ώστε τα ανάλογα χειριστήρια να είναι μεν διαφορετικά σε κάθε μάρκα, αλλά να είναι πάντα στις άκρες των δακτύλων μας και οι περισσότερες από αυτές να γίνονται εύκολα και γρήγορα, πολλές φορές χωρίς να χρειαστεί καν να τραβήξουμε τα μάτια μας από το σκόπευτρο.

    Μόλις μάθουμε αυτές τις ρυθμίσεις στη συγκεκριμένη κάμερα που αγοράσαμε, μπορούμε να βάλουμε το εγχειρίδιο στην άκρη, και να το ξανασυμβουλευτούμε μόνο αν χρειαστούμε κάτι πολύ συγκεκριμένο.

    Η φωτεινότητα

    Πριν προχωρήσουμε παρακάτω, πρέπει να εξοικειωθούμε με μια βασική έννοια, αυτή της φωτεινότητας. Φωτεινότητα σημαίνει πολύ απλά πόσο φωτεινή είναι η φωτογραφία μας, και εξαρτάται από δύο πράγματα:

    α) πόσο φως υπάρχει στο περιβάλλον και συγκεκριμένα στην εικόνα που θέλουμε να βγάλουμε (αυτό που “βλέπει” η κάμερα μέσα απ'το φακό). Εδώ δεν μπορεί να επέμβει ο φωτογράφος, εκτός αν χρησιμοποιηθεί τεχνητός φωτισμός, φώτα στούντιο δηλαδή, ή φλας.

    β) τις ρυθμίσεις της κάμερας και του φακού. Εκεί είναι που κατά κανόνα επεμβαίνει ο φωτογράφος.

    Υπάρχει ένα γενικά αποδεκτό επίπεδο φωτεινότητας για κάθε φωτογραφία, το οποίο προσπαθεί να επιτύχει η κάμερα. Η κάμερα με το φωτόμετρό της, κάθε φορά που μισοπατάμε το κουμπί του κλείστρου, μετράει από διάφορα σημεία* της εικόνας που βλέπει ο φακός το φως που υπάρχει στο περιβάλλον, και υπολογίζει το μέσο όρο του φωτός σε όλη την εικόνα. Αν την αφήσουμε να κάνει ότι θέλει, η κάμερα θα αλλάξει ανάλογα τις ρυθμίσεις της κάμερας όπως αυτή θέλει, ώστε να επιτύχει αυτό το γενικά αποδεκτό επίπεδο φωτεινότητας.

    Αν μια φωτογραφία είναι πιό φωτεινή από αυτό το αποδεκτό επίπεδο, τα χρώματα θα φαίνονται ξασπρισμένα, ενώ κάποιες ήδη φωτεινές λεπτομέρειες και σχήματα θα αρχίσουν να “καίγονται”, να εξαφανίζονται δηλαδή και να φαίνονται άσπρα. Μια πιό σκοτεινή φωτογραφία σημαίνει ότι τα χρώματα θα φαίνονται πιό κορεσμένα (βαθιά και έντονα) ενώ κάποιες ήδη σκοτεινές λεπτομέρειες και σχήματα θα εμφανίζονται ακόμα πιό σκοτεινά και θα αρχίσουν να εξαφανίζονται μέσα στις σκιές.

    Το όργανο με το οποίο η κάμερα καταγράφει το φως, το οποίο μεταφέρει αυτά τα χρώματα και σχήματα, είναι ο αισθητήρας, ο οποίος βρίσκεται πίσω απ'το φακό και το κλείστρο (Ένα πιό αναλυτικό άρθρο σχετικά με αισθητήρες βρίσκεται στη διάθεση σας εδώ. Επίσης, για τη διαφορά μεταξύ διαφόρων μεγεθών αισθητήρων, full frame ή crop υπάρχει άρθρο εδώ). Αν το περιβάλλον είναι πολύ φωτεινό, η κάμερα μέσω του φακού και του κλείστρου θα περιορίσει το φώς που πέφτει στον αισθητήρα. Αν είναι πολύ σκοτεινό, θα επιχειρήσει να το αυξήσει, πάλι με τα ίδια μέσα: κλείστρο και φακός.

    *δες και “φωτομέτρηση σημείου” παρακάτω, όπως και μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση εδώ, σχετική με την κλασσική μέθοδο της φωτομέτρησης με γκρίζα κάρτα.

    Οι ρυθμίσεις της κάμερας που επηρεάζουν τη φωτεινότητα.

    Η κάμερα κι ο φωτογράφος έχουν δύο εργαλεία για να αυξομειώσουν το φώς που φτάνει στον αισθητήρα: Ελέγχοντας πόσο φως θα περάσει και για πόση ώρα θα αφήσουμε να περάσει. Μπορούμε δηλαδή να αφήνουμε πολύ φως να περάσει για λίγη ώρα, ή λίγο φως για πολύ ώρα. Και στις δύο περιπτώσεις το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο από άποψη φωτεινότητας. Είναι λίγο σαν να προσπαθούμε να γεμίσουμε ένα ποτήρι με νερό ανοιγοκλείνοντας μια βρύση και παίζοντας με το πόσο και πόση ώρα είναι ανοιχτή.

    1. Το πόσο φως αφήνουμε να περάσει εξαρτάται απ'το διάφραγμα του φακού.

    Το διάφραγμα (aperture) είναι ένα σύστημα από λεπίδες μέσα στο φακό, ορατό από μπροστά, το οποίο έχει τη δυνατότητα να αυξομειώνει το μέγεθος της εισόδου απ'την οποία ο φακός επιτρέπει στο φώς να φτάσει στον αισθητήρα. Για να δείτε τι εννοώ ανάψτε τη μηχανή, κοιτάξτε το φακό από μπροστά και πατήστε το κουμπί προεπισκόπησης του βάθους πεδίου (depth of field preview button – συμβουλευτείτε το εγχειρίδιο χρήσης για να το εντοπίσετε) επιλέγοντας κάθε φορά ένα διαφορετικό διάφραγμα. Ουσιαστικά δηλαδή το διάφραγμα έχει να κάνει με την ποσότητα του φωτός που επιτρέπουμε να περάσει απ'το φακό. Επιλέγοντας διάφορα διαφράγματα ουσιαστικά επιλέγουμε μια διαφορετική διάμετρο του κύκλου που αποτελεί την είσοδο του φακού. Τα διαφορετικά διαφράγματα μετρούνται σε f stop ως εξής:

    μεγαλύτερο διάφραγμα <-----
    περισσότερο φως <-----
    f/1 - f/1.4 - f/2 - f/2.8 - f/4 - f/5.6 - f/8 - f/11 - f/16 - f/22 - f/32
    ------> μικρότερο διάφραγμα
    ------> λιγότερο φως

    παρατηρούμε ότι όσο μεγαλώνει το fstop τόσο μικραίνει το διάφραγμα, αυτό γίνεται διότι πρόκειται ουσιαστικά για παρονομαστή κλάσματος, η διάμετρος του διαφράγματος μαθηματικά υπολογίζεται αν διαιρέσουμε το μήκος του φακού με τον αριθμό αυτό, γι'αυτό τεχνικά το σωστότερο είναι να παρουσιάζεται ως κλάσμα όπως παραπάνω μπλα μπλα μπλα... αλλά είπαμε, οι τεχνικές λεπτομέρεις δεν είναι ο στόχος αυτού εδώ του κειμένου

    Το πόση από αυτήν εδώ την κλίμακα είναι διαθέσιμη σε εμάς εξαρτάται από το φακό, άλλοι φακοί ξεκινάν από το f1.4, άλλοι από το f4 κλπ. Επίσης η παραπάνω κλίμακα δίνει ολόκληρα στοπ, υπάρχουν και υποδιαιρέσεις αν το επιτρέπει ο φακός και η κάμερα, όπως f/3.5 κλπ.

    2. Για πόση ώρα αφήνουμε το φως να περάσει εξαρτάται από την ταχύτητα του κλείστρου.

    Το κλείστρο (shutter) είναι συνήθως μια μικρή φωτοστεγής κουρτινούλα ή φωτοφράχτης ακριβείας τοποθετημένη ανάμεσα στο φακό και το σένσορα, η οποία ανοιγοκλείνει κάθε φορά που πατάμε το κουμπί του κλείστρου αποκαλύπτοντας τον σένσορα. Αν δεν ανοίξει αυτή η κουρτινούλα, φωτογραφία δεν βγαίνει καθόλου γιατί δε φτάνει καθόλου φως στο σένσορα. Αυτή η κουρτινούλα μπορεί να ρυθμιστεί σε διάφορες ταχύτητες που θα ανοίξει, ρυθμίζοντας ουσιαστικά για πόση ώρα περνάει το φώς στο σένσορα. Αυτό είναι ο δεύτερος τρόπος να ελέγξουμε τη συνολική φωτεινότητα. Οι διάφορες ταχύτητες (πάντα σε δευτερόλεπτα) που μπορούμε να ρυθμίσουμε το κλείστρο έχουν ως εξής:

    μικρότερη ταχύτητα <-----
    περισσότερο φως <-----
    1 - ½ - &#188; - 1/8 - 1/15 - 1/30 - 1/60 - 1/125 - 1/250 - 1/500 - 1/1000 - 1/2000 - 1/4000 - 1/8000
    ------> μεγαλύτερη ταχύτητα
    ------> λιγότερο φώς

    Πόση από αυτή την κλίμακα αυτή είναι διαθέσιμη σε εμάς εξαρτάται από την κάμερα μας (πχ κάποιες κάμερες σταματούν στα 1/4000), κι εδώ εμφανίζεται σε ολόκληρα στοπ, υπάρχουν και υποδιαιρέσεις (αν επιτρέπει η κάμερα) όπως 1/800 κλπ.

    Και τέλος, υπάρχει και μια τρίτη ρύθμιση που επηρεάζει τη φωτεινότητα της φωτογραφίας, κι αυτή είναι η φωτοευασθησία του αισθητήρα, δηλαδή το ISO. Προφανώς όσο αυξάνουμε το ISO, τόσο αυξάνει η φωτοευαισθησία του αισθητήρα, και απαιτείται λιγότερο φώς για να βγει η ίδια φωτογραφία:

    μικρότερη φωτοευαισθησία <-----
    περισσότερο φως απαιτείται <-----
    ISO50 - ISO100 - ISO200 - ISO400 - ISO800 - ISO1600 - ISO3200 - ISO6400
    ------> μεγαλύτερη φωτοευαισθησία
    ------> λιγότερο φως απαιτείται

    Πάλι η κλίμακα αυτή εξαρτάται απ'την κάμερα και εμφανίζεται σε ολόκληρα στοπ ενώ μπορεί να υπάρχουν και υποδιαιρέσεις όπως ISO1000 κλπ

    Σε αυτές τις τρεις κλίμακες παίζεται όλο το παιχνίδι των ρυθμίσεων και δίνονται στον φωτογράφο οι περισσότερες ευκαιρίες για δημιουργική φωτογραφία.

    Εδώ πρέπει να θυμόμαστε τρεις βασικούς κανόνες:

    • Σε κάθε φωτογραφία μπορούμε να έχουμε μία μόνο επιλογή διαφράγματος, ταχύτητας και ISO. Αν θέλουμε να εφαρμόσουμε ένα διαφορετικό συνδιασμό, πρέπει να τραβήξουμε νέα φωτογραφία.
    • Από άποψη φωτεινότητας, ένα βήμα σε κάθε μία από αυτές τις κλίμακες είναι ισοδύναμο με ένα βήμα σε οποιαδήποτε άλλη κλίμακα. 1 στοπ είναι 1 στοπ σε όλες αυτές τις κλίμακες και θα μας φωτίσει ή σκοτεινιάσει την φωτογραφία μας ακριβώς το ίδιο.
    • Για κάθε δεδομένο φως στο περιβάλλον, υπάρχουν πολλοί συνδιασμοί ρυθμίσεων ταχύτητας, διαφράγματος και ISO που θα μας δώσουν την ίδια ακριβώς φωτογραφία από άποψη φωτεινότητας.

    Τι συμβαίνει λοιπόν στην πράξη? Μόλις μισοπατήσουμε το κουμπί του κλείστρου, η κάμερα φωτομετρά μέσα απ'το φακό, και βρίσκει πολλούς πιθανούς συνδιασμούς ταχύτητας, διαφράγματος και ISO, οι οποίοι θα μας δώσουν μια καλοφωτισμένη φωτογραφία. Έστω λοιπόν ότι έχουμε μια ηλιόλουστη μέρα. Έστω ότι το φωτόμετρο μας δίνει ένα συνδιασμό f16, 1/400 και ISO100 για μια σωστά (κατά την άποψή του) φωτισμένη φωτογραφία. Την ίδια όμως ακριβώς φωτογραφία από άποψη φωτεινότητας θα μας έδιναν και οι παρακάτω συνδιασμοί:

    f8, 1/200, ISO100
    f16, 1/200, ISO200
    f4, 1/50, ISO200
    f16, 1/1600, ISO400
    f2, 1/800, ISO800
    και πολλοί άλλοι.

    Η ερώτηση είναι όμως η εξής: ποιόν συνδιασμό να επιλέξουμε, και γιατί? Ποιά η σημασία της κάθε κλίμακας?

    To διάφραγμα και η σημασία του

    Το διάφραγμα επηρεάζει το βάθος πεδίου. Το βάθος πεδίου είναι απλά το κομμάτι αυτό της φωτογραφίας μας, μετρημένο ώς απόσταση απ'την κάμερα, που τα αντικείμενα εντός του είναι νεταρισμένα, δηλαδή σωστά εστιασμένα και καθαρά. Όσο μεγαλύτερο το διάφραγμα (όσο δηλαδή “ανοίγουμε” το φακό), τόσο μικρότερο το βάθος πεδίου. Τυπικά, επιλέγουμε μικρό βάθος πεδίου, άρα ανοιχτό διάφραγμα (πχ f2), όταν θέλουμε να αναδείξουμε ένα θέμα (π.χ ένα πρόσωπο) το οποίο να εμφανίζεται εστιασμένο και καθαρό ενώ το φόντο να είναι θολό και ανεστίαστο:


    (f1.2, 1/100)

    Το αντίθετο κάνουμε συνήθως στη φωτογραφία τοπίου που τυπικά θα θέλαμε να φαίνονται καθαρά όλες οι λεπτομέρειες, κοντινές και μακρινές. Εκεί θα επιλέξουμε ένα κλειστό διάφραγμα:


    (f22, 1/2)

    Σημειωτέον εδώ ότι οι περισσότεροι φακοί αρχίζουν να χάνουν σε οξύτητα στα άκρα της κλίμακας διαφράγματος, κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη εάν η απόλυτη οξύτητα είναι το ζητούμενο.

    Eπίσης πρέπει να γνωρίζουμε ότι το βάθος πεδίου επηρεάζεται και από άλλους παράγοντες εκτός του διαφράγματος: την απόσταση από το θέμα μας, το εστιακό μήκος του φακού και το μέγεθος του αισθητήρα (έμμεσα, μέσω της διαφορετικής απόστασης από το θέμα που υπαγορεύει, αλλά και άμεσα μέσω των κύκλων σύγχισης). Το θέμα του βάθους πεδίου εν σχέση με το μέγεθος του αισθητήρα είναι πολύ τεχνικό, για περισσότερες λεπτομέρειες υπάρχει αναλυτική συζήτηση εδώ.

    Η ταχύτητα κλείστρου και η σημασία της.

    Η υψηλές ταχύτητες κλείστρου έχουν τη δυνατότητα να “παγώνουν” τα κινούμενα αντικείμενα. Αντίθετα οι χαμηλές ταχύτητες παρουσιάζουν τα κινούμενα αντικείμενα θολά και «κουνημένα», το οποίο μπορεί να να χρησιμοποιηθεί ώς εφέ, για παράδειγμα θολά κύματα στη θάλασσα που φαίνονται σαν σύννεφα σε αντίθεση με τους ακίνητους βράχους οι οποίοι φαίνονται νεταρισμένοι:


    (f22, 4')

    Ένας πρόχειρος οδηγός για “πάγωμα” κινούμενων αντικειμένων έχει ως εξής:

    • Άνθρωποι που περπατάνε: ταχύτητα τουλάχιστον 1/125
    • Άνθρωποι που τρέχουν: ταχύτητα τουλάχιστον 1/250
    • Σπόρ: ταχύτητα τουλάχιστον 1/500

    Επίσης, εκτός από την κίνηση των αντικειμένων στην εικόνα μας, υπάρχει και το πρόβλημα της κίνησης της κάμερας (camera shake) που δημιουργεί θολές φωτογραφίες. Η κίνηση αυτή είναι αποτέλεσμα της αστάθειας των χεριών μας. Ένας ενδεικτικός πρακτικός κανόνας είναι ο παρακάτω: με σχετικά καλή τεχνική (αγκώνες κολλητά στο σώμα, πόδια ανοιχτά όσο και οι ώμοι, εκπνοή) η μίνιμουμ ταχύτητα που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε είναι 1 διά το εστιακό μήκος του φακού μας. Αν δηλαδή χρησιμοποιούμε φακό 50mm, τότε μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε με (σχετική) ασφάλεια ταχύτητα έως και 1/50 του δευτερολέπτου. Για μικρότερες ταχύτητες από αυτές θα πρέπει να χρησιμποιήσουμε οπωσδήποτε τρίποδα. Επομένως, για κάποια εφέ όπως με τα κύματα παραπάνω, που απαιτούν ταχύτητες 1-2 λεπτά ή παραπάνω, ο τρίποδας είναι απαραίτητος.

    Εκεί παίζει το ρόλο του και το τυχόν σύστημα σταθεροποίησης εικόνας που μπορεί να έχει ενσωματωμένο ο φακός ή η κάμερά μας. Με τέτοιο σύστημα, στον παραραπάνω κανόνα (1/εστιακό μήκος του φακού) το σύστημα σταθεροποίησης, αναλόγως πόσο εξελιγμένο είναι, μπορεί να μας επιτρέψει 2-4 στοπ παραπάνω στη φωτογράφηση χωρίς τρίποδα, δηλαδή με τον φακό 50mm να χρησιμοποιήσουμε ταχύτητες 1/15 έως &#188;. Φυσικά, αυτά τα συστήματα μπορούν να σταματήσουν το τρέμουλο του χεριού, αλλά όχι τα κινούμενα αντικείμενα στη φωτογραφία μας. Πρέπει λοιπόν να θυμόμαστε ότι τέτοια συστήματα δε θα μας βοηθήσουν σε φωτογράφηση πχ σπόρ, αλλά εκεί πρέπει να χρησιμοποιήσουμε φακούς με ανοιχτότερα διαφράγματα, οι οποίοι με τη σειρά τους θα μας επιτρέψουν μεγαλύτερες ταχύτητες που θα παγώσουν την κίνηση. Γι αυτό το λόγο οι φακοί με μεγάλα διαφράγματα αποκαλούνται συχνά "γρήγοροι φακοί". Kάτι άλλο που πρέπει να θυμόμαστε είναι αν ο φακός μας έχει τέτοιο σύστημα, πρέπει να το απενεργοποιούμε αν σκοπεύουμε να δουλέψουμε με τρίποδα γιατί είναι δυνατόν να δημιουργήσει ανεπιθύμητες ταλαντώσεις.

    Άρα, όπως και στο διάφραγμα, η επιθυμητή ταχύτητα εξαρτάται από το τί θέλουμε να επιτύχουμε. Συχνά αυτό είναι το πάγωμα της εικόνας (άρα θέλουμε μεγάλη ταχύτητα). Άλλες φορές επιθυμούμε το θόλωμα πχ για να δώσουμε την αίσθηση της κίνησης (πχ μηχανοκίνητα σπορ) και άρα σχετικά χαμηλή ταχύτητα. Άλλες φορές για ειδικά εφέ, όπως με τα κινούμενα κύματα και σύννεφα, θέλουμε τη μικρότερη δυνατή ταχύτητα.

    Το ISO και η σημασία του

    Εδώ τα πράγματα είναι απλά: σχεδόν πάντα προσπαθούμε να χρησιμοποιύμε χαμηλό ISO, γιατί το υψηλό ΙSO δημιουργεί “θόρυβο”, δηλαδή αυτά τα αντιαισθητικά πολύχρωμα πιξελάκια που εμφανίζονται συνήθως στις σκιές και αφαιρούν οξύτητα από τις φωτογραφίες μας. Λέω σχεδόν διότι στη μετατροπή σε ασπρόμαυρο κάποιες φορές ο θόρυβος αρχίζει να μοιάζει με τον κόκκο του φιλμ, το οποίο αναλόγως τον καλλιτέχνη, μπορεί να είναι και επιθυμητό. Σε γενικές γραμμές όμως συνήθως είναι ανεπιθύμητος. Επίσης σε πολλές καινούργιες μηχανές ο θόρυβος εμφανίζεται σε όλο και υψηλότερα ISO οπότε μπορεί να αγνοηθεί ακόμα και στο ISO1600 ή παραπάνω.

    Θεωρητικά λοιπόν τώρα γνωρίζουμε τι κάνει η κάθε βασική ρύθμιση της κάμερας. Στην πράξη λοιπόν το πιό συνηθισμένο είναι ότι γνωρίζουμε εκ των προτέρων τί περίπου θέλουμε να κάνουμε και μας ενδιαφέρει να ελέγξουμε με ακρίβεια μόνο έναν από τους δύο βασικούς παράγοντες: βάθος πεδίου ή ταχύτητα. Αν αφήσουμε την κάμερα στο αυτόματο, θα επιλέξει αυτή μία ουδέτερη ρύθμιση που αυτή φαντάζεται ότι είναι σχετικά καλή για όλες τις πιθανές ανάγκες μας. Αν αυτή δεν μας ταιριάζει είναι προτιμότερο να πάρουμε τα πράγματα στα χέρια μας.

    Ο πιό συνηθισμένος τρόπος για να το κάνουμε αυτό είναι οι ημιαυτόματες ρυθμίσεις της κάμερας, και συγκεκριμένα η προτεραιότητα διαφράγματος και η προτεραιότητα κλείστρου.

    H προτεραιότητα διαφράγματος (aperture priority)

    Η προτεραιότητα διαφράγματος είναι η πιό συνηθισμένη ημιαυτόματη ρύθμιση. Ουσιαστικά αυτό που συμβαίνει είναι ότι ο φωτογράφος επιλέγει το ISO, και μετά με τον κύριο επιλογέα της μηχανής (συνήθως εκεί που είναι ο δείκτης του δεξιού χεριού) επιλέγει το επιθυμητό διάφραγμα που θα μας δώσει το βάθος πεδίου που θέλουμε (συνήθως ρηχό για πορτραίτα, βαθύ για τοπία, δρόμο κλπ). Αφήνουμε τότε την κάμερα να επιλέξει αυτόματα ταχύτητα κλείστρου τέτοια, ώστε με βάση τη φωτομέτρηση που έκανε και το ΙSO και διάφραγμα που επιλέξαμε, να βγάλει μια σωστά φωτισμένη φωτογραφία. Ο φωτογράφος απλά ρίχνει μιά ματιά στις φωτεινές ενδείξεις στο σκόπευτρο και έλέγχει ώστε η ταχύτητα που έδωσε η κάμερα να είναι αρκετή για κράτημα της μηχανής με το χέρι (ο κανόνας 1/μήκος του φακού). Αν δεν είναι αρκετή, τότε ο φωτογράφος επιλέγει ένα μεγαλύτερο διάφραγμα ή αυξάνει το ISO, θυσιάζοντας λίγο βάθος πεδίου ή θόρυβο ώστε να αυξηθεί η ταχύτητα και να μπορεί να κρατηθεί η μηχανή με το χέρι. Αν φτάσουμε να σημείο να ανοίξουμε το φακό τελείως και η ταχύτητα πάλι δεν είναι αρκετή, αρχίζουμε να σκεφτόμαστε την πιθανότητα χρήσης φλας για να δημιουργήσουμε περισσότερο φως, ή τρίποδα για να κρατηθεί σταθερή η μηχανή.

    Εννοείται ότι αν αλλάξει το φως, πχ αν συννεφιάσει, για το ίδιο ISO και διάφραγμα με πριν η μηχανή θα μας δώσει μικρότερη ταχύτητα. Το αντίθετο αν βρεθούμε σε φωτεινότερο περιβάλλον ή απλά αν στρέψουμε την κάμερα προς την κατεύθυνση που έρχεται το φώς.

    Η προτεραιότητα κλείστρου (shutter priority)

    Η προτεραιότητα κλείστρου χρησιμοποιείται συνήθως στα σπόρ, σε συνθήκες που το φως είναι μετρημένο και ο φωτογράφος θέλει να κρατήσει την ταχύτητα σε συγκεκριμένο σημείο για να παγώνει την κίνηση αλλά όχι παραπάνω, ώστε να έχει και όσο δυνατόν μικρότερο διάφραγμα και μεγαλύτερο βάθος πεδίου. Για παράδειγμα σε σπορ σε κλειστά γήπεδα που απαγορεύεται το φλας και ο φωτισμός δεν είναι πολύ καλός, θέτουμε ένα υψηλό ΙSO, ταχύτητα σταθερά 1/500 και αφήνουμε την κάμερα να επιλέγει διάφραγμα όπως στρέφουμε τη μηχανή σε διάφορα σημεία του γηπέδου που έχουν πιθανώς διαφορετικό φωτισμό. Εκεί θέλουμε μεγαλούτσικο βάθος πεδίου ώστε να μην είναι τρομερά κρίσιμη η ακρίβεια του autofocus, το οποίο μπορεί και να κάνει λάθη λόγω της ταχύτητας με την οποία κινούνται οι παίκτες, ή να εστιάζει σε άσχετο παικτη που παρεμβάλλεται ανάμεσα σε εμάς και αυτόν που θέλουμε να φωτογραφήσουμε.

    Εντελώς χειροκίνητες ρυθμίσεις σπάνια χρησιμοποιούνται πιά. Στο εντελώς χειροκίνητο ουσιαστικά αγνοούμε τη φωτομέτρηση της κάμερας και επιλέγουμε εμείς και τις τρεις ρυθμίσεις, μαντεύοντας ποιά είναι η σωστά φωτισμένη φωτογραφία. Ή συμβουλευόμαστε εξωτερικό φωτόμετρο. Αυτό θα το κάναμε συνήθως αν δεν εμπιστευόμαστε καθόλου το φωτόμετρο της κάμερας ή θέλουμε εσκεμμένα να βγάλουμε μια πολύ φωτεινή ή σκοτεινή φωτογραφία, για καλλιτεχνικούς λόγους.

    Η αντιστάθμιση έκθεσης (exposure compensation)

    Η λέξη «έκθεση» ουσιαστικά αναφέρεται στην αποκάλυψη του αισθητήρα από το κλείστρο και την έκθεση του στο φώς. Η συνολική ποσότητα φωτός που θα φτάσει στον αισθητήρα ρυθμίζεται από το διάφραγμα και την ταχύτητα κλείστρου. Αυτά εξαρτώνται από τη φωτομέτρηση της κάμερας πάντα: με τις ημιαυτόματες ρυθμίσεις το μόνο που κάνουμε είναι να επιλέγουμε έναν απ'τους πολλούς συνδιασμούς που μας δίνει η κάμερα, οι οποίοι πάντα καταλήγουν στην ίδια ποσότητα φωτός στον αισθητήρα. Η ποσότητα αυτή έχει καθοριστεί από τη φωτομέτρηση της κάμερας. Συμβαίνει όμως συχνά η φωτομέτρηση αυτή να είναι λάθος, ή να μή συμφωνεί με την άποψή μας για το τί είναι μια σωστά φωτισμένη φωτογραφία.

    Φανταστείτε για παράδειγμα την εξής φωτογραφία: ένα πρόσωπο το οποίο να καλύπτει το 1/5 της φωτογραφίας μας, και στο φόντο ένας πολύ φωτεινός ουρανός, με το φώς να έρχεται κυρίως από πίσω, κόντρα στην κάμερα. Η κάμερα μή γνωρίζοντας ότι το πρόσωπο είναι αυτό που μας ενδιαφέρει κυρίως, φωτομετρά από διάφορα σημεία σε όλη την εικόνα που βλέπει, και μας δίνει ένα μέσο όρο στην ποσότητα φωτός που θα φτάσει στον αισθητήρα και μας προτείνει ας πούμε την εξής ρύθμιση: f4, 1/800. Το αποτέλεσμα είναι ένας ουρανός σωστά φωτισμένος, αλλά το πρόσωπο σκοτεινό.

    Εκεί λοιπόν μπορούμε να επέμβουμε με την αντιστάθμιση έκθεσης, να προβλέψουμε το λάθος ή να το δούμε στην οθόνη της κάμερας αφού έχουμε τραβήξει τη φωτογραφία, να ρυθμίσουμε την αντιστάθμιση έκθεσης στο +2 και να ξανατραβήξουμε τη φωτογραφία. Αυτό που θα συμβεί είναι ότι η κάμερα, για την ίδια φωτομέτρηση με πριν, θα δώσει 2 παραπάνω στοπ φωτεινότητας, παράγοντας μια πιό φωτεινή φωτογραφία. Αν είμαστε σε προτεραιότητα διαφράγματος, θα αφήσει το διάφραγμα σταθερό σε ότι έχουμε επιλέξει και θα μεταβάλλει την ταχύτητα, τραβώντας τη φωτογραφία με f4, 1/200. To αποτέλεσμα θα είναι ένα σωστά φωτισμένο πρόσωπο, ο ουρανός φυσικά θα “υποφέρει” λίγο καθώς θα είναι λίγο υπερφωτισμένος, αλλά είπαμε, το πρόσωπο είναι αυτό που βασικά μας ενδιαφέρει.

    Το κακό με την αντιστάθμιση έκθεσης είναι ότι στις περισσότερες μηχανές φτάνει μόνο μέχρι +/-2 στοπ, και δεν κρύβω ότι έχω μεγάλη ζήλεια για μερικές DSLR Olympus που δίνουν +/-5 στοπ

    Oι κατασκευαστές σήμερα έχουν αναπτύξει διάφορα συστήματα φωτομέτρησης για να αντιπαρέλθουν αυτό το πρόβλημα, όπως weighted average metering, matrix metering κλπ αλλά ακόμα και έτσι συχνά τα φωτόμετρα μπερδεύονται, και σε κάθε περίπτωση δεν μπορούν να μαντέψουν ποιό είναι το κομμάτι της φωτογραφίας που μας ενδιαφέρει να φωτιστεί σωστά. Τέτοιες συνθήκες είναι τα χιονισμένα τοπία για παράδειγμα, ή φωτογραφίες με μεγάλο δυναμικό εύρος. Μεγάλο δυναμικό εύρος σημαίνει ότι στην ίδια φωτογραφία έχουμε κομμάτια που είναι πολύ φωτεινά, και κομμάτια που είναι πολύ σκοτεινά, καθιστώντας αδύνατο να τα φωτίσουμε όλα σωστά.

    Με την εμπειρία μαθαίνουμε να καταλαβαίνουμε σε πόσο φώς αντιστοιχούν αυτά τα ένα-δύο στοπ ρύθμισης που μας προσφέρει η αντιστάθμιση έκθεσης, και να τη ρυθμίζουμε ανάλογα.

    Φυσικά στο παραπάνω παράδειγμα με το πρόσωπο μιά άλλη κλασσική λύση είναι μια μικρή σε ισχύ φλασιά (fill flash), που θα γεμίσει με φως το πρόσωπο κάνοντας την φωτεινότητα σχετικά ενιαία σε όλη την εικόνα. Αλλά το φλάς είναι ένα άλλο (και μεγάλο) κεφάλαιο. Πάντως οι φωτογράφοι συχνά θα προτιμήσουν σε τέτοιες συνθήκες συχνότερα το φλάς ή τα φώτα στούντιο για 2 κυρίως λόγους: Πρώτον για να μην αναγκαστούν να υπερφωτίσουν, και άρα να χάσουν κάποια χρώματα και λεπτομέρειες στο φόντο. Δεύτερον, ειδικά στα πορτραίτα, το μάτι τείνει να πηγαίνει πρώτα στο πιό φωτεινό κομμάτι της φωτογραφίας. Είναι λοιπόν συνηθισμένο να επιδιώκουμε το πρόσωπο να είναι αυτό το κομμάτι της φωτογραφίας και όχι το φόντο.

    Τί συμβαίνει όμως όταν κάνουμε φωτογραφία τοπίων ή κτιρίων, σε συνθήκες όπου υπάρχουν πολύ σκοτεινά και πολύ φωτεινά μέρη στην ίδια φωτογραφία? Φωτογραφίες δηλαδή υψηλού δυναμικού εύρους (high dynamic range - HDR)? Εκεί είναι πρακτικά αδύνατον να φωτίσουμε με φώτα πχ ένα ολόκληρο βουνό, αλλά εξακολουθούμε να έχουμε την ανάγκη να φωτίσουμε κάποια κομμάτια περισσότερο, και ενδεχομένως να σκοτεινιάσουμε κάποια άλλα. Aυτή η ανάγκη έχει γεννήσει τη δημοφιλή τεχνική HDR. Περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τη θεωρια του HDR υπάρχουν εδώ, καθώς και πολλές φωτογραφίες στο ίδιο thread. Ας πούμε απλά εδώ ότι το ΗDR μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να παραχθεί μία εικόνα που φαίνεται φυσική, αλλά και άλλες που φαίνονται αφύσικες. Αυτή είναι καλλιτεχνική απόφαση του φωτογράφου.

    Η φωτομέτρηση σημείου (spot metering)

    Οι περισσότερες κάμερες προσφέρουν και φωτομέτρηση σημείου, από ένα σημείο στη μέση της εικόνας και μόνο. Στο παραπάνω παράδειγμα αν φωτομετρήσουμε απ'το πρόσωπο η κάμερα θα μας δώσει πιθανές ρυθμίσεις που θα δώσουν φωτογραφίες με το πρόσωπο σωστά φωτισμένο, αγνοώντας ουσιαστικά την υπόλοιπη φωτογραφία. Μία ακόμα λύση στο ίδιο πρόβλημα και ένα ακόμη δημιουργικό εργαλείο: Αν για παράδειγμα υπάρχει ένα ήδη σκούρο φόντο, μπορούμε να φωτομετρήσουμε από ένα φωτεινό σημείο για να το σκουρήνουμε περισσότερο και να αναδείξουμε το θέμα μας καλύτερα:



    Περισσότερες λεπτομέρειες για συνηθισμένες αυτόματες και ημιαυτόματες ρυθμίσεις για κοινές συνθήκες φωτογράφησης βρίσκονται εδώ.

    Raw ή Jpeg?

    Άλλο μεγάλο κεφάλαιο αυτό, αλλά βασικά τα πράγματα είναι απλά: Η ψηφιακή φωτογραφία παρέχει τη δυνατότητα επεξεργασίας της φωτογραφίας μας με τρόπο εύκολο και απλό, στον υπολογιστή μας με διάφορα προγράμματα όπως το photoshop και το lightroom, χωρίς να μπλέκουμε με σκοτεινούς θαλάμους και χημικά. Αν σκοπεύουμε να κάνουμε αυτή την επεξεργασία μόνοι μας, τραβάμε raw γιατί το raw σηκώνει πολλή κακομεταχείρηση στον υπολογιστή. Σηκώνει επίσης και πολύ διόρθωμα, αν έχει γίνει κάποιο (μικρό) λάθος στη φωτεινότητα ή στη θερμοκρασία χρώματος. Το jpeg δεν επιτρέπει πολλά πολλά τέτοια “σωσίματα” και καλλιτεχνικές επεξεργασίες. Αν δε θέλουμε να ασχοληθούμε με τέτοια πράγματα για οποιοδήποτε λόγο (βαριέμαι, δεν έχω photoshop, δε με ενδιαφέρει, σιχαίνομαι τις επεξεργασμένες φωτογραφίες, είμαι φωτογράφος σπορ και πρέπει να παραδώσω έτοιμες φωτογραφίες δευτερόλεπτα μετά τον αγώνα, το raw είναι πολύ μεγάλο αρχείο και με καθυστερεί) τραβάμε jpeg, αφήνουμε δηλαδή ουσιαστικά την επεξεργασία να γίνει μέσα στην κάμερα από την Canon/Nikon/Pentax κλπ με βάση ρυθμίσεις-κονσέρβα. Όσο πιό καλή η κάμερα, τόσο περισσότερο μας επιτρέπει να επέμβουμε σε αυτές τις ρυθμίσεις πάνω στην κάμερα.

    Αλλά: εκ των υστέρων πολύ λίγα πράγματα μπορούμε να αλλάξουμε σε ένα jpeg. Πολλά άρθρα με τεχνικές επεξεργασίας ψηφιακών αρχείων βρίσκονται εδώ.

    Τα σημεία εστίασης.

    Οι DSLR έχουν περισσότερα από ένα σημεία εστίασης, συνήθως σε σχήμα ρόμβου και με το μεσαίο να είναι το ισχυρότερο και πιό ευαίσθητο. Η κάμερα όμως μπορεί κάθε φορά να εστιάσει σε ένα μόνο σημείο, άρα τί ρόλο παίζουν τα πολλαπλά σημεία? Αυτό που συμβαίνει στην πράξη είναι ότι η κάμερα έχει τη δυνατότητα να καταλάβει την απόσταση από το αντικείμενο στο οποίο εστίασε. Οταν έχουμε όλα τα σημεία εστίασης ενεργοποιημένα, η κάμερα θα επιλέξει να εστιάσει στο κοντινότερο αντικείμενο στο οποίο έπιασε κάποιο σημείο εστίασης, και να το ανάψει στο σκόπευτρο ώστε να βλέπουμε που εστιάσαμε. Αυτό όμως δεν είναι πάντα αυτό που θέλουμε.

    Συχνά οι φωτογράφοι επιλέγουν να ενεργοποιούν μόνο ένα σημείο, συνήθως το μεσαίο, και να το χρησιμοποιούν για να εστιάσουν εκεί ακριβώς που θέλουν, όχι αναγκαστικά στο κοντινότερο αντικείμενο στην κάμερα. Στη συνέχεια, με μισοπατημένο το κουμπί, στρέφουν την κάμερα λίγο αριστερά ή δεξιά ώστε να δημιουργήσουν το κάδρο που θέλουν, χωρίς να χάσουν την εστίαση που είχαν πριν και χωρίς το αντικείμενο στο οποίο εστίασαν να είναι αναγκαστικά στη μέση. Η τεχνική αυτή λέγεται εστίαση και επανακαδράρισμά (σε ελεύθερη μετάφραση του: focus and recompose).

    Οι φακοί και το ζούμ

    η θεωρία οπτικής και σχεδιασμού φακών είναι πέρα από τα όρια και το σκοπό αυτό του κειμένου. Για όποιον ενδιαφέρεται όμως οι βασικές αρχές αυτής έχουν καλυφθεί εδώ, εδώ κι εδώ. Η γνώση των βασικών μόνο χαρακτηριστικών του φακού μας είναι αρκετή στην πράξη: το εστιακό μήκος ή εύρος μηκών (ζούμ) και το μέγιστο διάφραγμα αρκούν για να επιλέξουμε συνήθως τον κατάλληλο φακό για τις αναμενόμενες συνθήκες φωτογράφησης.

    Μία όμως βασική αρχή που πρέπει να θυμόμαστε: Το ζουμάρισμα δεν είναι το ίδιο με το να πάμε πιό κοντά στο θέμα μας. Ζουμάροντας ή χρησιμοποιώντας τηλεφακό, αλλάζοντας δηλαδή το εστιακό μήκος του φακού αντί να πάμε πιό κοντά, δημιουργούνται τρία θέματα:

    Το πρώτο είναι η προοπτική. Η προοπτική δεν αλλάζει ζουμάροντας, αλλά παραμένει η ίδια, όπως εξηγείται εδώ. Αντίθετα, αν χρησιμοποιήσουμε έναν πιό ευρυγώνιο φακό και πάμε πιό κοντά, η προοπτική αλλάζει. Τα κοντινά αντικείμενα φαίνονται μεγαλύτερα και είναι εμφανές ότι είναι κοντά, ενώ τα μακρινά φαίνονται μικρότερα, δημιουργώντας στην εικόνα μια αίσθηση βάθους, μια τρίτη διάσταση. Με έναν τηλεφακό από μακριά, δύο σχετικά κοντινά αντικείμενα φαίνονται να έχουν το ίδιο μέγεθος, η προοπτική ισοπεδώνεται. Χάνουμε την ευκαιρία να εκμεταλλευτούμε αυτή την τρίτη διάσταση στη φωτογραφία μας.

    Aυτό είναι ευκολότερο να εξηγηθεί με μία φωτογραφία. Αριστερά μια φωτογραφία παρμένη από σχετικά μακριά με φακό 55mm και δεξιά η ίδια ακριβώς φωτογραφία παρμένη από πιό κοντά με φακό 28mm:

    (φωτογραφία από το βιβλίο του Τάσου Σχίζα "Η τέχνη της φωτογραφίας")

    Είναι φανερό ότι όσο μεγαλώνει το εστιακό μήκος (mm) τόσο αλλάζει η προοπτική και εξαφανίζεται η αίσθηση του βάθους. Αυτό είναι σημαντικό να κατανοηθεί γιατί έχει καλλιτεχνικές επιπτώσεις: ένα πορτραίτο για παράδειγμα αν το τραβήξουμε από πολύ κοντά με ευρυγώνιο φακό θα παραμορφώσει και θα δείχνει μεγαλύτερο ότι εξέχει, τη μύτη για παράδειγμα. Εκεί συνήθως θα προτιμήσουμε ένα τηλεφακό. Αντίθετα σε φωτογραφία ρεπορτάζ, δρόμου κλπ είναι προτιμότερο συνήθως να πάμε πιό κοντά στο θέμα μας με σχετικά ευρυγώνιο φακό για να δώσουμε αυτή την αίσθηση του βάθους που κάνει πιό έντονη την αίσθηση στο θεατή ότι είναι παρών στη σκηνή:



    Φυσικά αυτές είναι καλλιτεχνικές αποφάσεις και μπορεί κάποιος, αφού καταλάβει τη διαφορά να προτιμήσει τελικά το αντίθετο.

    Το δεύτερο θέμα που δημιουργείται είναι αυτό του βάθους πεδίου. Όσο πιό μεγάλη η εστιακή απόσταση, δηλαδή όσο πιό "μακρύς" ο φακός, τόσο μειώνεται το βάθος πεδίου. Αυτό πρέπει να λαμβάνεται υπόψην όταν ζουμάρουμε, δεν μπορούμε πχ να τραβάμε έναν αγώνα ποδοσφαίρου με φακό 300mm και να περιμένουμε να είναι και οι παίκτες στο φόντο νετ, εκτός αν απομακρυνθούμε πολύ, η κλείσουμε πολύ το διάφραγμα, το οποίο όμως απαιτεί άπλετο φως. Αν θέλουμε να φωτογραφήσουμε όλη τη δράση πρέπει να χρησιμοποιήσουμε πιό "μικρό" φακό. Για τη μεγιστοποίηση του βάθους πεδίου ελέγχοντας το διάφραγμα, την απόσταση και το εστιακό μήκος δείτε πιό αναλυτικά εδώ.

    Σημειωτέον εδώ ότι οι DSLR κρατούν πάντα το φακό ορθάνοιχτο, μέχρι ακριβώς τη στιγμή που πατάμε το κουμπί του κλείστρου, οπότε κλείνουν το διάφραγμα στη θέση που έχουμε επιλέξει μέχρι να ολοκληρωθεί η έκθεση. Αυτό το κάνουν επειδή με το σκόπευτρο ουσιαστικά βλέπουμε μέσα από το φακό και το διάφραγμα και αν ήταν συνέχεια κλειστό θα ήταν πολύ σκοτεινό. Αυτό έχει όμως σαν αποτέλεσμα να βλέπουμε πάντα ένα πολύ ρηχό βάθος πεδίου μέσα από το σκόπευτρο, το οποίο μόνο τυχαία μπορεί να αντιστοιχεί στο διάφραγμα που έχουμε επιλέξει. Αυτός και ο ρόλος του κουμπιού προεπισκόπησης του βάθους πεδίου.

    Το τρίτο θέμα, είναι αυτό του καδραρίσματος. Αν σταματήσουμε για ένα διάστημα να ζουμάρουμε και χρησιμοποιούμε πάντα το ίδιο εστιακό μήκος, μαθαίνουμε να βλέπουμε αυτό που βλέπει η κάμερα. Δεν είναι υπερβολή ότι μετά από λίγο ακόμα κι αν δεν κρατάμε κάμερα στα χέρια μαθαίνουμε να βλέπουμε παντού πιθανές φωτογραφίες. Είναι μια τεχνική στην οποία καλό είναι να επιστρέφουμε ενίοτε, σαν άσκηση καδραρίσματος. Αυτό φυσικά εξαρτάται από το φωτογράφο και την εμπειρία του, αλλά με το να ζουμάρουμε συνεχώς αυτή η αίσθηση χάνεται και επίσης η προοπτική και το βάθος πεδίου παύουν να μας είναι τόσο προβλέψιμα και ενίοτε καταλήγουν σε δυσάρεστες εκπλήξεις. Δεν είναι λοιπόν έκπληξη ότι μεγάλοι φωτογράφοι (κυρίως του παρελθόντος αλλά ακόμα και σήμερα) έχουν παράγει τρομερό έργο χρησιμοποιώντας 1-2 σταθερούς φακούς και μόνο.

    Συμπέρασμα: Το ζούμ είναι ένα φανταστικό εργαλείο, ειδικά σήμερα που υπάρχουν φακοί ζούμ με εφάμιλη ποιότητα με τους καλύτερους σταθερούς. Αλλά είναι ένα εργαλείο που πρέπει να χρησιμοποιείται με φειδώ, αφού πρώτα έχουμε κατανοήσει τί ακριβώς συμβαίνει όταν ζουμάρουμε και αφού έχουμε αποφασίσει ότι αυτό συμφωνεί με την αισθητική που θέλουμε να έχει η φωτογραφία μας.

    Ένα καλό άρθρο με βασικές τεχνικές καδραρίσματος, ρυθμίσεων φωτεινότητας και συνηθισμένων λαθών που πρέπει να αποφεύγονται βρίσκεται εδώ.

    H θερμοκρασία χρώματος (colour temperature) και η σημασία της στη φωτογράφηση

    Το φως έχει θερμοκρασία, απίστευτο κι όμως αληθινό. Επίσης έχει και χρώμα, ή καλύτερα την ικανότητα να μεταφέρει χρώμα. Αυτές είναι δύο έννοιες διαφορετικές.

    Χρώμα: Το φώς είναι ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία με ένα εύρος συχνοτήτων. Κάθε μπάντα (υποσύνολο) συχνοτήτων αντιστοιχεί σε ένα χρώμα και μπορεί να το μεταφέρει. Όσο μεγαλύτερο το εύρος, τόσο περισσότερες μπάντες περιέχει και τόσα περισσότερα χρώματα μπορεί το φώς να μεταφέρει. Το άσπρο φώς (πχ το φώς από το φλας ή τα φώτα στούντιο) έχει όλο το εύρος, για αυτό είναι κατάλληλο για όλα τα χρώματα και προτιμείται αν είναι δυνατόν. To ίδιο, σε λίγο μικρότερο αλλά πολύ ανεκτό επίπεδο, και το φώς του ήλιου.

    Αντίθετα, οι λάμπες ατμών νατρίου (ξέρετε, αυτές με το πορτοκαλί χρώμα) που συναντούμε συχνά στο δρόμο έχουν το μικρότερο δυνατό εύρος, και σαν αποτέλεσμα μεταφέρουν μόνο τόνους του κίτρινου. Ένα μπλε αντικείμενο για παράδειγμα, φωτισμένο με τέτοια λάμπα, θα φαίνεται μαύρο, το μπλε έχει χαθεί εντελώς. Αν φαίνεται λίγο μπλε είναι επειδή θα φωτίζεται μερικώς και από άλλα φώτα με άλλο ή μεγαλύτερο εύρος, όπως φώτα αυτοκινήτων, φωτεινές πινακίδες κλπ. Ένα πράσινο αντικείμενο δε θα φαίνεται τελείως μαύρο, διότι το πράσινο περιέχει και κίτρινο. Γι αυτό το λόγο οι βραδυνές φωτογραφίες δρόμου με λάμπες ατμών νατρίου έχουν αυτή την κιτρινωπή χρειά, και κάποια χρώματα έχουν εξαφανιστεί σχεδόν εντελώς:


    (φωτογραφία 3350david - flickr)

    Το ίδιο πρόβλημα δημιουργούν και οι πινακίδες νέον, τα χριστουγεννιάτικα ή άλλα χρωματιστά λαμπάκια και τα πυροτεχνήματα. Αυτές είναι πολύ κακές συνθήκες φωτογράφισης για έγχρωμη φωτογραφία (εκτός φυσικά αν χρησιμοποιηθούν επίτηδες για εφέ και ατμόσφαιρα) και δεν μπορούν να διορθωθούν ούτε πάνω στην κάμερα, ούτε μετά με επεξεργασία στον υπολογιστή. Αν το φώς δεν μεταφέρει ένα χρώμα καθόλου, αυτό το χρώμα έχει χαθεί για πάντα. Αυτό το πρόβλημα δεν πρέπει να συγχέεται τη θερμοκρασία χρώματος. Μία λύση είναι να φωτίσουμε τη φωτογραφία μας αν είναι δυνατό με το λευκό φώς από το φλας μας.

    Θερμοκρασία: Κάποια είδη φωτός μπορεί να έχουν όλο το εύρος συχνοτήτων, και επομένως την ικανότητα να μεταφέρουν όλα τα χρώματα. Όμως οι συχνότητες αυτές μπορεί να μην είναι ομοιόμορφα κατανεμημένες σε όλο το φάσμα χρωμάτων, με αποτέλεσμα κάποια χρώματα να είναι εντονότερα. Αυτή είναι η λεγόμενη θερμοκρασία χρώματος. Για παράδειγμα οι λάμπες φθορισμού έχουν μιά τάση προς μια πράσινη-μπλέ χροιά (ψυχρό χρώμα), ενώ οι περισσότερες απλές λάμπες εσωτερικών χώρων τείνουν προς το πορτοκαλί (θερμό χρώμα).

    Το ανθρώπινο μάτι σε τέτοιες συνθήκες κάνει αυτή την διόρθωση αυτόματα με αποτέλεσμα ένα άσπρο φύλλο χαρτί να μας φαίνεται κάτασπρο και στις δύο συνθήκες φωτισμού. Η κάμερα όμως δεν έχει αυτή τη δυνατότητα, πρέπει να το κάνει ο φωτογράφος, ή να εμπιστευτεί το τη ρύθμιση auto white balance της κάμερας. H επιλογή θερμοκρασίας χρώματος γίνεται στην κάμερα σε περίπτωση που τραβάμε jpeg, ή εκ των υστέρων στον υπολογιστή σε περίπτωση που τραβάμε raw: η θερμοκρασία χρώματος μετριέται σε βαθμούς της κλίμακας Κelvin, και αυτή είναι η μπάρα που μας προσφέρουν τα περισσότερα προγράμματα επεξεργασίας εικόνας. Aυτό είναι ένα από τα μεγάλα πλεονεκτήματα του raw, σε δύσκολες συνθήκες φωτισμού. Μία άλλη λύση είναι πάλι το φλας, το οποίο έχει πάντα σωστή θερμοκρασία. Το πρόβλημα βέβαια εδώ είναι ότι το φλας φωτίζει μόνο κοντινά αντικείμενα, αν τα μακρινά έχουν διαφορετική θερμοκρασία τότε έχουμε στα χέρια μας μια φωτογραφία με διαφορετικές θερμοκρασίες χρώματος στο θέμα και στο φόντο και άρα τρομερά επίπονο να διορθωθεί. Εκεί μπορεί να χρησιμοποιηθούν χρωματιστά gel (φίλτρων) που μπαίνουν μπροστά στο φλας εξισορροπώντας τη θερμοκρασία χρώματος, ούτως ώστε να είναι τουλάχιστον ενιαία σε όλη τη φωτογραφία και να μπορεί στη συνέχεια να διορθωθεί συνολικά.

    Συμπέρασμα:

    Α) Κάποιες λάμπες δημιουργούν φώς το οποίο καταστρέφει ανεπιστρεπτί τα περισσότερα χρώματα. Αν θέλουμε επομένως φυσικά χρώματα, πρέπει να μάθουμε να τις αναγνωρίζουμε και να τις αποφεύγουμε εντελώς. Ή να χρησιμοποιήσουμε φλας για να «καθαρίσουμε» το φώς.

    Β) Κάποιες άλλες λάμπες ή και φυσικό φώς μεταφέρουν μεν όλα τα χρώματα αλλά με κάποια χροιά ή τάση προς θερμά ή ψυχρά χρώματα. Αν τραβάμε jpeg πρέπει να επιλέξουμε τη σωστή θερμοκρασία χρώματος στην κάμερα, ώστε να κάνει αυτή επιτόπου την ανάλογη ρύθμιση και να αντισταθμίσει αυτή την τάση. Τσεκάρουμε την οθόνη για να δούμε αν το πετύχαμε. Αν τραβάμε raw, μπορούμε να το κάνουμε και εκ των υστέρων στον υπολογιστή. Αν βλέπουμε ότι όσο και να το ρυθμίζουμε, δεν φτιάχνει με τίποτα, σημαίνει ότι έχουμε πέσει στην περίπτωση (Α). Σημειωτέον ότι ακόμα κι αν τραβάμε raw, μπορούμε να κάνουμε ρυθμίσεις θερμοκρασίας χρώματος στην κάμερα με σκοπό να τσεκάρουμε την οθόνη, και αυτό δε μας δεσμεύει αργότερα στον υπολογιστή.

    Γ) Το φλάς δεν είναι μόνο για να φωτίζει, αλλά έχει την ικανότητα να "καθαρίζει" το φώς από ανεπιθύμητες χροιές. Είναι επομένως ένα πολύ σημαντικό εργαλείο, ειδικά στην έγχρωμη φωτογραφία ακόμα και σε συνθήκες που υπάρχει φαινομενικά αρκετό φώς.



    πηγη:https://www.dpgr.gr/forum/index.php?topic=35188.0;wap2

    καλο διαβασμα σε ολους



  3. The Following 12 Users Say Thank You to Χρίστος For This Useful Post:

    BILL007 (08-02-10), bimmer-corfu (09-02-10), Eleni (23-08-12), konstantinaM3 (23-08-12), kostas 325 (08-02-10), NickE60 (09-02-10), S8N (26-02-11), tsagio (23-02-11), yannisv (08-02-10), z3outofmind (07-09-10), Κωνσταντίνος (10-02-10), ΦΑΝΗΣ (07-09-10)

  4. #3
    Εγγραφή
    23-12-09
    Περιοχή
    Λευκαδα
    Ηλικία
    54
    Μηνύματα
    4.745
    Thanked
    5704
    Rides
    5

    Προεπιλογή

    που τα βρηκες ρε μπαγασα αυτα.....?

    δωσε κ αλλο πραγμα στον λαο....!!!!!!!
    ...αυτο το χερακι εχει μονο σημασια!

  5. #4
    Εγγραφή
    23-12-09
    Μηνύματα
    9.392
    Thanked
    16591
    Rides
    2

    Προεπιλογή

    ευχαριστουμε για το ποστ, σιγουρα θα βοηθησει τους σχετικα αρχαριους, μιας και εξηγει χοντρικα τη λειτουργια μιας κλασσικης μηχανης.
    ο περισσοτερος κοσμος βεβαια προτιμα τις αυτοματες που εχουν φτασει σε πολυ καλο βαθμο εξελιξης και μπορεις να βγαλεις μια φωτο απλα και γρηγορα χωρις να κουβαλας ολοκληρη τσαντα και να ρυθμιζεις με τις ωρες.
    αλλα παντα η φωτογραφια εκτος της αποτυπωσης του στιγμιότυπου ειναι χομπι και τεχνη.

  6. The Following 2 Users Say Thank You to Stathis For This Useful Post:

    BILL007 (08-02-10), Eleni (23-08-12)

  7. #5
    Εγγραφή
    21-01-10
    Περιοχή
    Καλαμαριά
    Μηνύματα
    7.711
    Thanked
    22530
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Αγόρασα το 2008 μια κόμπακτ OLYMPUS, την SP570 , αυξημένων δυνατοτήτων, με ζουμ Χ20 και σε εMφάνιση σαν DSLR, με δυνατότητα φωτογράφισης πάνω από 8 frames/sec. Στην αυτοματοποιημένη αυτή ρύθμιση όμως, είχε ISO 600, με αποτέλεσμα ο κόκκος να είναι αρκετά έντονος, οπότε η φώτο έχανε αρκετά από ευκρίνεια.
    Σε φωτογράφιση του ράλλυ Δ.Ε.Θ. που την δοκίμασα, ψιλοαπογοητεύτηκα.
    Το αποτέλεσμα ήταν παραμονή Χριστουγέννων του ίδιου χρόνου, να κάνω δώρο στον εαυτό μου μια NIKON D90.
    Γενικό συμπέρασμα, αν θες σωστή φωτογραφία σε κίνηση, π.χ ένα σιρκουί, μιά ανάβαση , η DSLR είναι μονόδρομος.
    Ζήσε το σήμερα. Για το αύριο δεν ξέρεις.

  8. The Following User Says Thank You to gant For This Useful Post:

    Eleni (23-08-12)

  9. #6
    Εγγραφή
    23-12-09
    Περιοχή
    Λευκαδα
    Ηλικία
    54
    Μηνύματα
    4.745
    Thanked
    5704
    Rides
    5

    Προεπιλογή

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα απο gant Εμφάνιση μηνυμάτων
    Αγόρασα το 2008 μια κόμπακτ OLYMPUS, την SP570 , αυξημένων δυνατοτήτων, με ζουμ Χ20 και σε εMφάνιση σαν DSLR, με δυνατότητα φωτογράφισης πάνω από 8 frames/sec. Στην αυτοματοποιημένη αυτή ρύθμιση όμως, είχε ISO 600, με αποτέλεσμα ο κόκκος να είναι αρκετά έντονος, οπότε η φώτο έχανε αρκετά από ευκρίνεια.
    Σε φωτογράφιση του ράλλυ Δ.Ε.Θ. που την δοκίμασα, ψιλοαπογοητεύτηκα.
    Το αποτέλεσμα ήταν παραμονή Χριστουγέννων του ίδιου χρόνου, να κάνω δώρο στον εαυτό μου μια NIKON D90.
    Γενικό συμπέρασμα, αν θες σωστή φωτογραφία σε κίνηση, π.χ ένα σιρκουί, μιά ανάβαση , η DSLR είναι μονόδρομος.
    την ιδια φωτο πηραμε φιλε μου.....ειναι οντως τελεια....σε φακο ευρυγωνιο εχεις καταληξει ή οχι ακομα?????
    ...αυτο το χερακι εχει μονο σημασια!

  10. #7
    Εγγραφή
    23-12-09
    Περιοχή
    Στο κόσμο μου
    Ηλικία
    38
    Μηνύματα
    5.009
    Thanked
    5441
    Rides
    2

    Προεπιλογή

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα απο bmw330vasilis Εμφάνιση μηνυμάτων
    την ιδια φωτο πηραμε φιλε μου.....ειναι οντως τελεια....σε φακο ευρυγωνιο εχεις καταληξει ή οχι ακομα?????
    βασιλη τα πραγματα ειναι απλα.
    εναν 18-200 θελουμε!
    μετα πας σε υπερευρυγωνιο.

    να κανουμε γκρουπ μπαι!!!!(γιατι τα 700ε ειναι πολλα)
    https://www.galaiosphoto.gr/product_...roducts_id=783



  11. #8
    Εγγραφή
    23-12-09
    Περιοχή
    Αθήνα, Κρυονέρι
    Μηνύματα
    1.132
    Thanked
    1055
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα απο Aceman1925 Εμφάνιση μηνυμάτων
    βασιλη τα πραγματα ειναι απλα.
    εναν 18-200 θελουμε!
    μετα πας σε υπερευρυγωνιο.

    να κανουμε γκρουπ μπαι!!!!(γιατι τα 700ε ειναι πολλα)
    https://www.galaiosphoto.gr/product_...roducts_id=783
    έχουμε καλύτερη άκρη...

  12. #9
    Εγγραφή
    23-12-09
    Περιοχή
    Λευκαδα
    Ηλικία
    54
    Μηνύματα
    4.745
    Thanked
    5704
    Rides
    5

    Προεπιλογή

    απο που συμπεραινουμε οτι ειναι ευρυγωνιος αυτος??
    ...αυτο το χερακι εχει μονο σημασια!

  13. #10
    Εγγραφή
    23-12-09
    Μηνύματα
    6.185
    Thanked
    10610
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα απο bmw330vasilis Εμφάνιση μηνυμάτων
    απο που συμπεραινουμε οτι ειναι ευρυγωνιος αυτος??
    Καθε φακος κατω απο 35 γινεται ευρυγωνιος,
    Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη Kostas_1 : 08-02-10 στις 18:39

Σελίδα 1 από 14 12311 ... ΤελευταίαΤελευταία

Ετικέτες Θέματος

Δικαιώματα - Επιλογές

  • Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε νέα θέματα
  • Δεν μπορείτε να απαντάτε σε θέματα
  • Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε συνημμένα
  • Δεν μπορείτε να επεξεργάζεστε τις δημοσιεύσεις σας
  •  
BACK TO TOP